Skip to main content

Το τραγούδι Strange Fruit της Billie Holiday το 1939 για τα ρατσιστικά βασανιστήρια και τις θανατώσεις αθώων μαύρων χωρίς δίκη, κατέπληξε το κοινό και επαναπροσδιόρισε τη μουσική. Σε ένα απόσπασμα από το «33 Revolutions Per Minute, Α history of protest songs», ο Dorian Lynskey εξερευνά την ανατριχιαστική δύναμη του Strange Fruit.

 

Ήταν μια ξάστερη νύχτα στη Νέα Υόρκη, τον Μάρτιο του 1939. Ένα σχετικά καινούργιο κλαμπ στη West 4th Street, το Cafe Society, που είναι γνωστό ως «The Wrong Place for the Right People/Το Λάθος Μέρος για τους Σωστούς Ανθρώπους» έχει γίνει στέκι για ορισμένους. Το κλαμπ χωράει 200 άτομα. Οι πορτιέρηδες φορούν ατημέλητα ρούχα ενώ οι σατιρικές τοιχογραφίες διακωμωδούν την υψηλή κοινωνία του Μανχάταν. Ασυνήθιστο για ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης της Νέας Υόρκης, αλλά οι μαύροι θαμώνες δεν είναι απλώς ευπρόσδεκτοι εδώ, αλλά προνομιούχοι καθώς έχουν τις καλύτερες θέσεις.

Έχει γίνει ήδη πολύ ντόρος για την τραγουδίστρια, μια 23χρονη μαύρη κοπέλα που ονομάζεται Billie Holiday, η οποία έχει ήδη δημιουργήσει όνομά στο Χάρλεμ με το συγκρότημα Count Basie. Έχει χρυσοκαφέ, σχεδόν πολυνησιακό δέρμα, ώριμη φιγούρα και μια γαρδένια μόνιμα στα μαλλιά της. Έχει τον τρόπο να κυριαρχεί στον χώρο, χωρίς φαμφάρες. Η φωνή της είναι γεμάτη, χαϊδεύει τα αυτιά και προσφέρει περισσότερες απολαύσεις από αυτές που είχε σκοπό ο συνθέτης ή ο στιχουργός, φέρνοντας μια σπίθα ζωντάνιας και ένα μέτρο ψυχραιμίας ακόμη και στις πιο αστείες νότες.

 width=

Τα φώτα του μαγαζιού σβήνουν, αφήνοντας τη Holiday να φωτίζεται από τη σκληρή, λευκή δέσμη ενός μόνο προβολέα. Είναι ένα τραγούδι για τα βασανιστήρια των μαύρων, τους απαγχωνισμούς; Η φλυαρία στερεύει στα τραπέζια του κλαμπ. Όλα τα μάτια μέσα στο μαγαζί είναι στραμμένα στη τραγουδίστρια, όλα τα αυτιά στο τραγούδι. Μετά την τελευταία λέξη – μια μακρά, απότομα κομμένη κραυγή – όλο το δωμάτιο έχει γίνει μαύρο…. Όταν ανάβουν τα φώτα του κλαμπ, η Billie Holiday έχει φύγει από τη σκηνή!

Τη χειροκροτούν με δέος από το θάρρος και την ένταση της παράστασης, έκπληκτοι από τη φρικαλεότητα των στίχων, νιώθοντας την ιστορία να κινείται μέσα στην αίθουσα. Κάποιοι μετατοπίζουν αμήχανα το κάθισμά τους, ανατριχιάζοντας από τις περίεργες δονήσεις στον αέρα, διερωτώμενοι αν αυτό ονομάζεται ψυχαγωγία. Αυτό είναι το ερώτημα που θα πάλλεται στην καρδιά της ταραχώδους σχέσης μεταξύ της πολιτικής και της μουσικής για τις επόμενες δεκαετίες και είναι η πρώτη φορά που απαιτείται να τεθεί.

 width=

Το τραγούδι του αιώνα

Γραμμένο από έναν εβραίο κομμουνιστή, τον Abel Meeropol, το Strange Fruit δεν ήταν σε καμία περίπτωση το πρώτο τραγούδι διαμαρτυρίας, αλλά ήταν το πρώτο που επωμίστηκε ένα ρητό πολιτικό μήνυμα στην αρένα της διασκέδασης. Μέχρι αυτό το σημείο, τα τραγούδια διαμαρτυρίας λειτουργούσαν ως προπαγάνδα, αλλά το Strange Fruit απέδειξε ότι θα μπορούσαν να είναι τέχνη.

Ήταν ένα τραγούδι τόσο καλό που δεκάδες τραγουδιστές προσπάθησαν από τότε να βάλουν τη σφραγίδα τους, αλλά η ερμηνεία της Holiday ήταν τόσο δυνατή που κανένας από όλους αυτούς δεν έφτασε κοντά στο να την ξεπεράσει – το 1999, το περιοδικό Time ονόμασε την πρώτη στούντιο εκδοχή της Billie Holiday «τραγούδι του αιώνα».

«Αυτό είναι για το πιο απεχθές τραγούδι που έχω ακούσει ποτέ», είπε αργότερα η Nina Simone. «Απεχθές με την έννοια ότι είναι βίαιο και δείχνει τι έχουν κάνει οι λευκοί στον λαό μου σε αυτή τη χώρα». Αν και τα βασανιστήρια είχαν ήδη παρακμάσει στην εποχή του Strange Fruit, το έναυσμα για την δημιουργία του ήταν μία τραγική φωτογραφία ενός διπλού απαγχονισμού που είχε τραβηχτεί στην Ιντιάνα το 1930 και ώθησε τον Meeropol να πάρει την πένα του. Ο Meeropol έγραψε ένα τραγούδι χωρίς προηγούμενο, ένα τραγούδι που απαιτούσε ένα νέο λεξιλόγιο για να εκφράσει όλα αυτά που ήθελε πει.

Ο Meeropol, δίδασκε σε ένα λύκειο στο Μπρονξ και είχε κυκλοφορήσει πλήθος επίκαιρων τραγουδιών, ποιημάτων και θεατρικών έργων με το ψευδώνυμο Lewis Allan, ενώ δημοσίευσε ένα ποίημα με τον τίτλο Bitter Fruit στο περιοδικό New York Teacher, το οποίο κυκλοφορούσε η ένωση εκείνη την εποχή, το 1937. Η μετέπειτα αλλαγή του τίτλου αυτού του ποιήματος ήταν ιδιαίτερα εμπνευσμένη. Το “Bitter” ήταν πολύ επικριτικό. Το “Strange” έδειχνε ότι υπήρχε κάτι διαφορετικό. Έβαζε τον ακροατή στη θέση ενός μακρινού παρατηρητή που πλησίαζε όλο και περισσότερο σε μια αποκαρδιωτική συνειδητοποίηση.

Ο Meeropol επεξεργάστηκε τη μελωδία και το Strange Fruit έγινε γρήγορα «ύμνος», που τον τραγουδούσε η γυναίκα του και διάφοροι φίλοι του στις αριστερές συγκεντρώσεις του 1938. Έφτασε ακόμη και στο Madison Square Garden, μέσω της μαύρης τραγουδίστριας Laura Duncan. Στο πλήθος βρισκόταν ο Robert Gordon, ο οποίος είχε πρόσφατα αναλάβει δουλειά στο Cafe Society, σκηνοθετώντας την παράσταση της Billie Holiday. Η λέσχη ήταν το πνευματικό τέκνο του πωλητή παπουτσιών του Νιου Τζέρσεϊ, Barney Josephson: ένα αντίδοτο στον μοχθηρό, συχνά ρατσιστικό ελιτισμό άλλων νυχτερινών κέντρων της Νέας Υόρκης. Το κλαμπ άνοιξε την προπαραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1938 κι η αλήθεια είναι ότι όφειλε μεγάλο μέρος της επιτυχίας του στη Holiday.

 width=

Lady sings the blues

Στα 23 της χρόνια, η Holiday είχε ήδη δει κάνει πολλά, αν και η αυτοβιογραφία της Lady Sings the Blues, φαντάζει όλο και πιο σκοτεινή όσο αποκαλύπτεται. Γεννημένη στη Φιλαδέλφεια, πέρασε λίγο χρόνο κάνοντας δουλειές σε ένα πορνείο της Βαλτιμόρης, «σχεδόν το μόνο μέρος όπου οι ασπρόμαυροι άνθρωποι μπορούσαν να συναντηθούν με οποιοδήποτε φυσικό τρόπο», όπου ανακάλυψε για πρώτη φορά την τζαζ. Αφού κατηγόρησε ένα γείτονα ότι προσπάθησε να τη βιάσει, χωρίς βέβαια να βρει ανταπόκριση η μαρτυρία της, η 10χρονη Holiday, στάλθηκε σε ένα καθολικό σχολείο έως ότου η μητέρα της κατάφερε να την πάρει πάλι πίσω. Μετακομίζοντας με τη μητέρα της στη Νέα Υόρκη, εργάστηκε σε άλλο οίκο ανοχής, αυτή τη φορά κάνοντας «κάτι παραπάνω» από θελήματα και λίγο αργότερα φυλακίστηκε για παρενόχληση. Μετά την απελευθέρωσή της άρχισε να τραγουδά σε τζαζ κλαμπ του Χάρλεμ, όπου τράβηξε τα βλέμματα του παραγωγού John Hammond, ο οποίος την έκανε ένα από τα πιο καυτά αστέρια της εποχής του swing.

Ο Meeropol έπαιξε το τραγούδι στον Josephson και ρώτησε αν μπορούσε να το δώσει στη Holiday. Η τραγουδίστρια αργότερα είπε ότι το ερωτεύτηκε αμέσως. Ο Meeropol βέβαια θυμόταν κάπως διαφορετικά τα πράγματα, πιστεύοντας ότι το έκανε μόνο και μόνο, ως χάρη στον Josephson και τον Gordon: «Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, δεν νομίζω ότι ένιωθε άνετα με το συγκεκριμένο τραγούδι».

Ο Arthur Herzog, ένας από τους συνεργάτες της Holiday, ισχυρίστηκε ότι ο ενορχηστρωτής Danny Mendelsohn ξανάγραψε τη μελωδία του Meeropol κι αυτό μπορεί να έκανε τη διαφορά στη Holiday.

Είτε έτσι είτε αλλιώς, η Holiday είπε δοκιμαστικά το τραγούδι σε ένα πάρτι στο Χάρλεμ και έλαβε τη γνωστή απάντηση: συγκλονιστική σιωπή ακολουθούμενη από βρυχηθμό επιδοκιμασίας. Ο Meeropol ήταν εκεί τη νύχτα που έκανε το ντεμπούτο της στο Cafe Society. «Έδωσε μια εκπληκτική, πιο δραματική και αποτελεσματική ερμηνεία που θα μπορούσε να τραντάξει το κοινό από τον εφησυχασμό του. Αυτό ακριβώς ήθελα να κάνει το τραγούδι και για αυτό το έγραψα».

 width=

Όλα για το Strange Fruit!

Ο ιδρυτής του Café Society, Barney Josephson, ένας αληθινός σόουμαν, ήξερε ότι δεν είχε νόημα να ενσωματώσει το Strange Fruit στο σώμα της παράστασης και να προσποιηθεί ότι ήταν απλώς ένα ακόμη τραγούδι. Έτσι έβαλε κάποιους κανόνες… Πρώτον, η Holiday θα έκλεινε την παράσταση με αυτό, δεύτερον, οι σερβιτόροι θα σταματούσαν όλες τις υπηρεσίες τους τη στιγμή του κομματιού, τρίτον, ολόκληρο το κλαμπ θα ήταν στο σκοτάδι, με ένα έντονο, λαμπερό φως στο πρόσωπο της Holiday και τέταρτον, δεν θα υπήρχε encore. «Οι άνθρωποι έπρεπε να θυμούνται το Strange Fruit… να καίει την ψυχή τους», εξήγησε.

Δεν ήταν, σε καμία περίπτωση, ένα τραγούδι για κάθε περίσταση. «Μόλυνε» τον αέρα του δωματίου, έκοβε τις συνομιλίες στη μέση, άφηνε τα ποτά ανέγγιχτα, τα τσιγάρα σβηστά… Οι πελάτες είτε χτυπούσαν παλαμάκια μέχρι που πονούσαν τα χέρια τους, είτε έφευγαν έξω με αηδία. Ο βιογράφος της Holiday, John Chilton, έγραψε ότι αυτό δεν έγινε επειδή δεν την ενδιέφερε, αλλά επειδή ένιωθε αμήχανα για την έλλειψη εκπαίδευσης. Όλα όσα ήξερε και ένιωθε επειδή ήταν μία μαύρη που ζούσε στην Αμερική, τα έβαλε στο τραγούδι.

Η Holiday εγκατέλειψε το Cafe Society τον Αύγουστο του 1939, αλλά πήρε μαζί της το Strange Fruit και το μετέφερε σαν βόμβα που δεν είχε εκραγεί ακόμη. Στην Ουάσιγκτον, μια τοπική εφημερίδα αναρωτήθηκε αν θα μπορούσε πράγματι να προκαλέσει ένα νέο κύμα βασανιστηρίων και θανατώσεων. Στο κλαμπ Birdland της Νέας Υόρκης, ο διοργανωτής κατάσχεσε τα τσιγάρα των πελατών, μήπως η λάμψη τους αποσπάσει την προσοχή από την ένταση των προβολέων. Όταν κάποιοι θαυμαστές της, της ζήτησαν να μην το τραγουδήσει, η Holiday πρόσθεσε μια ρήτρα στο συμβόλαιό της που της εγγυόταν να κάνει εκείνη την επιλογή. Όχι ότι ασκούσε πάντα αυτό το δικαίωμα. «Το κάνω μόνο για τους ανθρώπους που μπορεί να το καταλάβουν και να το εκτιμήσουν», είπε στον ραδιοφωνικό DJ Daddy-O Daylie.

 

Ένα μουσικό έργο τέχνης ψάχνει το σπίτι του!

Η δισκογραφική της Holiday, η Columbia, απέρριψε την προοπτική της ηχογράφησης, κι έτσι η Holiday στράφηκε στην Commodore Records, μια μικρή, αριστερή επιχείρηση που έδρευε στο δισκάδικο του Milt Gabler, στη West 52nd Street. Στις 20 Απριλίου 1939, η Holiday μπήκε στο Brunswick’s World Broadcasting Studios με το οκταμελές Cafe Society Band του Frankie Newton και ηχογράφησε το Strange Fruit, σε μία τετράωρη συνεδρία. Ανησυχώντας ότι το τραγούδι ήταν πολύ σύντομο, ο Gabler ζήτησε από τον πιανίστα Sonny White να αυτοσχεδιάσει μια κατάλληλη εισαγωγή.

Στο single, η Holiday δεν ανοίγει το στόμα της πριν από το 70ο δευτερόλεπτο. Όπως και ο Josephson, οι μουσικοί χρησιμοποιούν αυτά τα δευτερόλεπτα για να στήσουν το σκηνικό, παρασύροντας τον ακροατή σε μια ιστορία φαντασμάτων. Το σιωπηλό άκουσμα της τρομπέτας του Newton αιωρείται στον αέρα δίνοντας την αίσθηση του βάλτου. Οι ελάσσονες συγχορδίες πιάνου του White οδηγούν τον ακροατή προς το μοιραίο σημείο. H Holiday ξεκινάει το τραγούδι σαν να έχει υποχρέωση απέναντί σε όλους τους μαύρους, σαν να θέλει να δώσει μια μαρτυρία. Η φωνή της κινείται απαλά μέσα στο σκοτάδι, κλείνεται στα αιωρούμενα σώματα σαν ένας φακός κάμερας που εστιάζει. Με αυτόν τον τρόπο, τελειοποιεί το τραγούδι, περιορίζοντας τον σαρκασμό του «γαλαντόμου Νότου» σε ένα λεπτό σημείο και δροσίζοντας τη θερμοκρασία της πιο υπερθερμασμένης εικόνας, «της δυσωδίας της φλεγόμενης σάρκας». Είναι χαρισματική αλλά όχι επιδεικτική, παρουσιάζει τις λέξεις όπως ακριβώς πρέπει. Τα χαρίσματά της στο τραγούδι είναι η ευπάθεια, η υποτίμηση και η αμεσότητα: ο ακροατής είναι ακριβώς εκεί, στη βάση του δέντρου. Κοίτα, λέει. Απλά κοίτα.

Ο δίσκος κυκλοφόρησε τρεις μήνες αργότερα και δεν έγινε απλώς επιτυχία. Έγινε πασίγνωστος απ’ άκρη σ’ άκρη σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Samuel Grafton της New York Post το χαρακτήρισε «ένα τέλειο έργο τέχνης, που ανέτρεψε τη συνήθη σχέση μεταξύ μιας μαύρης τραγουδίστριας και του λευκού κοινού της.

 

 

Το Strange Fruit θα στοίχειωνε τη Holiday για το υπόλοιπο της ζωής της.

Κάποιοι θαυμαστές, συμπεριλαμβανομένου του πρώην παραγωγού της John Hammond, την κατηγόρησαν ότι της έκλεψε την ελαφρότητα της. Άλλοι τόνισαν ότι η αυξανόμενη συνήθεια της ηρωίνης έκανε αυτή τη δουλειά.

Το ίδιο έκανε και ο επίμονος ρατσισμός που δηλητηρίασε τη ζωή της, όπως δηλητηρίασε τη ζωή κάθε μαύρου Αμερικανού. Το 1944, ένας αξιωματικός του ναυτικού την αποκάλεσε nigger και με τα μάτια της καυτά από δάκρυα, έσπασε ένα μπουκάλι μπύρας σε ένα τραπέζι και έπεσε πάνω του με τον οδοντωτό λαιμό του μπουκαλιού. Λίγη ώρα αργότερα, ένας φίλος την εντόπισε να περιφέρεται στην 52η οδό και φώναξε: «Τι κάνεις, Lady Day;» Η απάντησή της ήταν μοχθηρά ωμή: «Λοιπόν, ξέρεις, παρόλο που είμαι γνωστή, είμαι ακόμα nigger». Δεν είναι περίεργο που έβαλε το τραγούδι σφιχτά στο στήθος της, ως ασπίδα και ως όπλο επίσης.

Η Holiday ανακάλυψε την ηρωίνη στις αρχές της δεκαετίας του ’40, έναν εθισμό που της επέφερε τελικά την ποινή φυλάκισης ενός έτους, το 1947. Δέκα ημέρες μετά την αποφυλάκισή της, παρουσίασε ένα comeback σόου στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης με ένα απρόσμενο γεγονός: το καπέλο της τρύπησε το τριχωτό της κεφαλής της και τραγούδησε με το αίμα να κυλάει στο πρόσωπό της. Όπως αναφέρει η ίδια «όταν ξεκίνησα το Strange Fruit, ο ιδρώτας και το αίμα κυλούσαν πάνω μου, ήμουν χάλια».

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’50, το ερμήνευε λιγότερο συχνά και, όταν το έκανε, ήταν πράγματι οδυνηρό να τη βλέπεις. Η σχέση της μαζί του έγινε σχεδόν μαζοχιστική. Όσο χειρότερη ήταν η διάθεσή της, τόσο πιο πιθανό ήταν να το προσθέσει στο σετ, ωστόσο την πονούσε κάθε φορά, ειδικά όταν προκαλούσε αποχωρήσεις από ρατσιστικά μέλη του κοινού.

Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας, το σώμα της είχε χαθεί, η φωνή της είχε γίνει πολύ βραχνή και το Strange Fruit ήταν το μόνο τραγούδι που φαινόταν να παρουσιάζει με αξιοπρέπεια τα βάσανά της, τυλίγοντας τη δική της παρακμή σε μια ευρύτερη αμερικανική τραγωδία. Γράφοντας για τα τελευταία της χρόνια στο βιβλίο Strange Fruit: the Biography of a Song, ο David Margolick αναφέρει: «Την είχε μεγαλώσει παράξενα… Δυστυχώς η ίδια πλέον ταίριαζε απόλυτα με το τραγούδι. Τώρα, όχι μόνο τραγουδούσε με φουσκωμένα μάτια και στριμμένο στόμα. Τα ενσάρκωνε κιόλας». Λες και το τραγούδι, έχοντας ζήσει τόσο καιρό μέσα της, είχε παραμορφώσει την ερμηνεύτριά του.

 

Απόσπασμα από το 33 Revolutions Per Minute του Dorian Lynskey, εκδόσεις Faber & Faber Ltd.