Η σειρά Debut Connex φιλοδοξεί να αποτελέσει μια φρέσκια, προσιτή, συλλογή προϊόντων, τα οποία απευθύνονται σε ένα νεανικό, πλην όμως απαιτητικό, κοινό, που τα θέλει όλα και τα θέλει τώρα. Προς το παρόν περιλαμβάνει το DCB41, ένα κόμπακτ, ενεργό ηχείο και -αν κρίνουμε από όσα είδαμε και ακούσαμε- είναι μια ακόμη απόδειξη της συνέπειας λόγων και έργων που χαρακτηρίζουν την Elac.
Πάλι γερμανικά; Ήταν η πρώτη σκέψη που έκανα όταν ο αρχισυντάκτης μου παρέδιδε τα ενεργά ηχεία της δοκιμής. Η δεύτερη ήταν: πάλι ενεργά; Με το γερμανικό Hi-Fi έχω μια περίεργη σχέση καθώς, ενώ γενικά δε με πολυτραβάνε τα μηχανήματά τους, κάποια από αυτά είναι όχι απλώς πολύ ψηλά στην εκτίμηση μου, αλλά στην κορυφή.
Με τα ενεργά ηχεία πάλι, δε μ’ αρέσουν, το ομολογώ, όχι γιατί δεν είναι καλά, ίσα-ίσα, αλλά γιατί δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για παιχνίδι με εναλλαγή ενισχυτών πάνω τους, οπότε η δοκιμή τους είναι, ας πούμε, λιγότερο διασκεδαστική.
Elac: Παλιά καραβάνα!
Για να δούμε τώρα ποια είναι η Elac της οποίας οι ρίζες πάνε στο αρκετά μακρινό 1926. Πρόκειται λοιπόν για… παλιά καραβάνα στο χώρο του ήχου, αλλά ηχεία φτιάχνει από το 1986. Τα υπό δοκιμή, λοιπόν, είναι ενεργά δύο δρόμων, δύο μεγάφωνων, ένα τουίτερ μαλακού θόλου και ένα γούφερ 4,5 ιντσών από πολυπροπυλένιο, το οποίο υποβοηθείται στις χαμηλές συχνότητες από μία σχισμή ανάκλασης χαμηλών στο πίσω και πάνω μέρος του. Τα ηχεία είναι πολύ μικρά και πολύ στιβαρά καθώς και βαριά για το μέγεθός τους. Η δε αισθητική τους είναι τυπική μεν αλλά δείχνουν πολύ καλά φτιαγμένα και το μικρό τους μέγεθος τα καθιστά κομψά μες στην απλότητά τους. Ιδιαίτερα αυξημένες είναι και οι δυνατότητες σύνδεσης τους αφού μπορούν να συνδεθούν με τα πάντα, όπως μπορείτε να δείτε και στον πίνακα, στο τέλος της δοκιμής.
Συγκρίσεις… συγκρίσεις…
Είναι το τρίτο ενεργό μικρό ηχείο της χαμηλής κατηγορίας τιμής, που δοκιμάζω τον τελευταίο καιρό με τα προηγούμενα δύο να είναι το Magnat και το Triangle, οπότε οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες. Από τα τρία αυτά λοιπόν το συγκεκριμένο έχει τον πιο μόνιτορ χαρακτήρα, με την έννοια πως προσπαθεί και ως ένα σημείο, όσο του επιτρέπει η κατηγορία τιμής του, τα καταφέρνει, να είναι το πιο ουδέτερο ηχητικά και, τρόπον τινά, το πιο ολοκληρωμένο. Τι εννοώ με αυτά; Ενώ το Triangle είναι το πιο παθιάρικο και ατίθασο στον ήχο του, με αρκετά στοιχεία εντυπωσιασμού, χωρίς να στερείται όμως μουσικής ουσίας και το Magnat να αποτελεί μια πιο γενική και χαλαρή πρόταση ως προς την παρουσίαση της μουσικής, το Elac δίνει την αίσθηση ενός περισσότερο εστιασμένου ήχου, αυστηρά καθορισμένου, όπου τον πρώτο λόγο έχει η ταχύτητα, η εντυπωσιακή για το μέγεθός του δυναμικότητα και έκταση καθώς επίσης και μια εξαιρετική σε εστιασμό εικόνα. Βέβαια, όντας το μικρότερο σε όγκο και φορώντας μεγάφωνο χαμηλομεσαίων των 4,5 ιντσών, όταν τα άλλα δύο στηρίζονται σε μεγάφωνα 6,5 ιντσών, το χαμηλό αποδίδεται με λιγότερο σώμα, αν και οι εντάσεις που πετυχαίνει, πριν φτάσει στα όρια του, και ο δυναμισμός του, με κάποιο τρόπο κρύβουν αυτό το μειονέκτημα του μικρότερου όγκου.
Αυτό που πολύ μου άρεσε, επίσης, ήταν η ταχύτητά των Elac, η οποία δίνει μια εξαιρετική αίσθηση καθαρότητας και αληθοφάνειας στον ήχο του.
Στην πρίζα…
Από πλευράς συνδεσιμότητας, θα βρείτε όλα τα απαραίτητα. Υπάρχει μια αναλογική είσοδος η οποία, μέσω διακόπτη, μπορεί να δεχτεί και σήμα από κεφαλή MM, οπτική ψηφιακή είσοδος καθώς επίσης και δυνατότητα streaming μέσω USB από υπολογιστή, η οποία υποστηρίζει sample rates μέχρι 24-bit/96kHz. Για όσους αρέσκονται σε ad-hoc ασύρματο streaming, υπάρχει και Bluetooth με codex aptX, ενώ μπορείτε να συνδέσετε και ενεργό sub, στην αντίστοιχη έξοδο. Αν δεν θέλετε τη λύση του υπογούφερ, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε την επιλογή XBass Enhancer, η οποία τονίζει λίγο την απόκριση χαμηλά. Το ηχείο συνοδεύεται και από τηλεχειριστήριο.
Υπάρχει και εδώ, όπως σχεδόν και σε όλα τα μικρά ηχεία, η τόνωση του μεσοχαμηλού που δημιουργεί μια ψευδαίσθηση χαμηλού, πράμα που ακούγεται ξεκάθαρα στο δίσκο Troubadour του J.J. Cale, όπου, εξαιτίας αυτής της τόνωσης, ο χαρακτήρας του ηχείου επιβάλλεται στη ροή της μουσικής. Από την άλλη η τόνωση αυτή δρα ευεργετικά σε ακούσματα ορχηστρικής μουσικής, όπως το Nocturnes (Debussy). Ευχάριστη έκπληξη ήταν για μένα το πως έπαιξε τον δίσκο των Can, Delay (1968, πάντα σε βινύλιο), όπου μπορεί να έλειπε ο όγκος των οργάνων, αλλά με σύμμαχο την εξαιρετική ταχύτητα τους κατάφεραν να περάσουν το μήνυμα ενός πραγματικά πολύ δύσκολου και περίπλοκου, από μουσικής άποψης, δίσκου. Η γερμανική νοοτροπία του ηχείου, σε συνδυασμό και με τη προσιτή κατηγορία τιμής του, δεν το αφήνει να γίνει αρκετά επικοινωνιακό σε ακούσματα τύπου Johnny Cash. Σε ακούσματα, όπως ο δίσκος που έκανε ο Θεοδωράκης με τη Milva, λείπει ελαφρώς από τη φωνή της τελευταίας η απαραίτητη φινέτσα ή η ατμοσφαιρικότητα, όπως θέλετε πείτε το. Πάντως ακόμα και μουσικές όπως της Edith Piaf (En Public, μια ζωντανή ηχογράφηση από το Theatre Olympia στο Παρίσι της δεκαετίας του πενήντα), μουσικές που δεν είναι εύκολες και δεν είναι το φόρτε του, καταφέρνει να τις αποδίδει σωστά.
Περνώντας σε CD, στο Emerge του Fischerspooner ένα φοβερό ελέκτρο ίντι μπιτ άκουσμα, μου έδειξε για ποιες μουσικές είναι φτιαγμένα, καθώς ο παλμός, η δυναμικότητα και το σφρίγος, η ταχύτητα των χαμηλών, ήταν τρομερά εντυπωσιακά για το μέγεθός του και σε εντάσεις που μόνο χαμηλές δεν τις λες. Αν ακούτε τέτοια πράματα και έχετε μικρό χώρο πάρτε το με κλειστά μάτια. Η περιγραφή και η ποιότητα του χαμηλού τους με έκαναν να δοκιμάσω και το εισαγωγικό κομμάτι από το σάουντρακ Twin Peaks με το αποτέλεσμα να είναι πέραν πάσης προσδοκίας με βάση το μέγεθος, αλλά και την τιμή τους. Εντάξει υπήρχαν κάποια σημεία όπου το μικρό μέγεθος και ο όγκος επέβαλαν περιορισμούς, αλλά οι εντάσεις δεν ήταν χαμηλές και το συνολικό αποτέλεσμα περιγράφεται από τη φράση “υψηλού επιπέδου”. Αυτό που ζητάνε τα μικρά Elac, είναι ένα ζευγάρι στιβαρές βάσεις. Ο κατασκευαστής τα αποκαλεί βιβλιοθήκης και όντως είναι τόσο μικρά που μπορεί να χωρέσουν σε οποιοδήποτε ράφι και σε οποιοδήποτε γραφείο αλλά παίζουν υπερβολικά καλά για να χαντακωθούν μέσα σε μια βιβλιοθήκη ή πάνω σε κάποιο γραφείο καθώς μια τέτοια τοποθέτηση θα θυσιάσει πολλές από τις ηχητικές αρετές τους.
Δηλαδή…
Θα περίμενε κανείς από ένα τόσο μικρό γουφεράκι να πετάει στις γυναικείες φωνές πράγμα που όμως δεν συμβαίνει. Σε αυτό τον τομέα ας πούμε τόσο τα Magnat όσο και τα Triangle τα πήγαιναν σαφώς καλύτερα. Συνολικά όμως, στα αυτιά μου, τα Elac ακούγονται πιο σωστά, πιο Hi-Fi. Ο ήχος τους χαρακτηρίζεται από μια σχετική προβολικότητα και η σκηνή είναι σχετικά μικρή όπως είναι λογικό, με σχετικά μικρά σώματα, αλλά εξαίρετο έως και εντυπωσιακό εστιασμό και καθοριστικότητα, με τη σκηνή να είναι εξαιρετικά σταθερή, δίνοντας πόντους στη συνολική παρουσίαση της μουσικής από το ηχείο. Δεν είχα έρθει σε επαφή με τα προϊόντα της Elac άλλη φορά, αλλά το DCDB41 θυμίζει λίγο το ηχόχρωμα και τη νοοτροπία των επίσης γερμανικών Heco, όντας και τα δύο πολύ σωστά, ταχύτατα και καθαρά χωρίς φιοριτούρες στον ήχο τους, πράμα που τα καθιστά και λίγο στεγνά ώρες-ώρες, αλλά τα Elac είναι λίγο πιο ενθουσιώδη και φωτεινά σε σχέση με τα Heco, στο τρόπο που παρουσιάζουν τη μουσική. Οπότε τα Elac έχουν σαφή ηχητική ταυτότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από την αυστηρότητα της γερμανικής σχολής μόνο που εδώ ο ήχος είναι πιο σοφιστικέ -αν μου επιτραπεί η έκφραση- και λιγότερο laid back σε σχέση με άλλα ηχεία του είδους. Το τι θα προτιμήσετε είναι καθαρά θέμα γούστου, αλλά αυτό που κάνουν, το κάνουν εξαιρετικά καλά.
OVERVIEW
Περιγραφή: Ενεργά ηχεία βάσης/ραφιού
Δρόμοι/Μεγάφωνα 2/2
Φόρτιση: Ανάκλαση χαμηλών
Μεγάφωνα 1x μιντ/γούφερ 4,5” από πολυπροπυλένιο, 1x τουίτερ με υφασμάτινο θόλο
Ενισχυτές: 2x50W, Class D, αρχιτεκτονική: Master/Slave
Μέγιστη στάθμη: 102dBSPL
Απόκριση συχνότητας: 66Hz-25kHz (±3dB) (Ανηχοϊκή)
Είσοδοι: 1x Line/Phono MM (RCA), 1x οπτική (Toslink), 1x USB-B (24/96), 1x HDMI/ARC
Έξοδοι: ενεργού sub (RCA)
Άλλες δυνατότητες: XBass Enhancer, Bluetooth/aptX
Διαστάσεις: 140x244x203 (mm, πxυxβ)
Βάρος: 3,4kg (ηχείο Master)
info: All About Audio Video, τηλ.: 213-0998.206, aaav.gr/
Τιμή: € 590
Το review είναι από τον Γιάννη Δρακόπουλο και περιλαμβάνεται στο 18ο τεύχος του YELLOWBOX που κυκλοφορεί στα περίπτερα._YB