Skip to main content

Η Magnat είναι μια γερμανική εταιρία με μεγάλη ιστορία στο χώρο του audio η οποία ξεκινά από τη δεκαετία του εβδομήντα, με τα προϊόντα της να είναι χρόνια γνωστά στην ελληνική αγορά, προσφέροντας επιλογές στη χαμηλή και μέση κυρίως κατηγορία τιμής. Περισσότερο γνωστή είναι ως κατασκευάστρια ηχείων αλλά έχει και ιδιαίτερη διαδρομή τουλάχιστον στη χώρα μας και στο χώρο του καλού ήχου για το αυτοκίνητο. Είναι δε μια εταιρία που έχει δικό της ήχο, δηλαδή τα προϊόντα της έχουν ηχητική υπογραφή και χαρακτηρίζονται από μια πληθωρικότητα, απευθύνεται σε ένα ευρύ φάσμα καταναλωτών, ενώ συχνά είναι μεταξύ των πρωτοπόρων της τεχνολογίας χωρίς απαραίτητα να το κάνει θέμα.

 

 width=

Ξεπακετάροντας… Τι έχουμε εδώ;

 

Ενεργά ηχεία; Και κάτι παραπάνω, καθώς τα υπό εξέταση ηχεία είναι περισσότερο ένα ολοκληρωμένο σύστημα αναπαραγωγής ήχου, το οποίο για να παίξει μουσική απλώς το συνδέετε με το smartphone μέσω Bluetooth (5.0) aptX, πράγμα που δείχνει και το σε ποιο κοινό πρωτίστως απευθύνεται. Το σύστημα το οποίο εμπεριέχεται στο ένα από τα δύο ηχεία, περιλαμβάνει τα ενισχυτικά στάδια για την οδήγηση των ηχείων, εισόδους για τη ενσύρματη σύνδεση του συστήματος, ψηφιοαναλογικό μετατροπέα και ενισχυτικό στάδιο φωνογραφικής κεφαλής κινητού μαγνήτη. Οι δυνατότητες σύνδεσης είναι πολύ καλές και εκτός της εισόδου phono, ο χρήστης έχει τη διάθεσή του δύο line (RCA και TRS 3,5mm) οπτική είσοδο (Toslink) καθώς και HDMI/ARC για τη σύνδεση τηλεόρασης, ενώ υπάρχει και έξοδος για οδήγηση ενεργού sub. Αρκετά εντυπωσιακός εξοπλισμός ειδικά αν αναλογιστούμε την κατηγορία τιμής στη οποία ανήκει.

Όταν τα πρωτοαντίκρισα αφού τα ξεπακετάρισα, είδα τις διπλές οπές ανάκλασης χαμηλών, τις κόρνες για τα πρίμα και λίγο τρόμαξα φέρνοντας στο νου μου την εικόνα των υπερβολικών και ανεξέλεγκτων χαμηλών, το μπάσο μιας νότας και τα πρίμα που ξυρίζουν, ήχος που χαρακτηρίζει τα επαγγελματικά ηχεία που χρησιμοποιούνται σε πολλά κλαμπ και έχουν παρόμοια εμφάνιση. Απ’ την άλλη η περίεργη ανάρτηση για μεγάφωνο, προορισμένο να δουλέψει με κουτί ανάκλασης χαμηλών μου κίνησε την περιέργεια για το τι έχει προσπαθήσει να κάνει ο Γερμανός. Η απάντηση είναι “μαγειρική” και μάλιστα έντονη. Απαλλαγμένος ο σχεδιαστής από το άγχος να φτιάξει ένα ηχείο με μεγάλη απολαβή ισχύος για λόγους ασφάλειας, αφού ξέρει με πόσα βατ θα παίξουν τα μεγάφωνα καθότι ενεργό, χρησιμοποίησε μικρές διαδρομές στο μεγάφωνο οπότε σχετικά σφιχτή ανάρτηση για σωστό έλεγχο και παίρνει την απόκριση από τις οπές. Έξυπνο και απλό αλλά δείχνει πως έχει πέσει πολύ σκέψη στο σχεδιασμό του ίσως περισσότερη απ’ όσο θα δικαιολογούσε η κατηγορία τιμής του συστήματος.

Ο ενισχυτής δίνεται στα 2x60W και είναι διακοπτικός κάτι που προδίδεται από το ότι ούτε ψήκτρες υπάρχουν, αλλά και από το βάρος του ηχείου που τον περιέχει και δεν μαρτυρά την ύπαρξη τροφοδοτικού ικανού να υποστηρίξει 60 βατ ανά κανάλι τρανζιστορικού ενισχυτή τάξης ΑΒ. Το κροσόβερ δίνεται από το κατασκευαστή σαν δεύτερης και τρίτης τάξης, όμως δεν διευκρινίζει ποιο κλάδο κόβει με ποια τάξη αλλά από το σημείο κρος που δίνει, το οποίο είναι αρκετά ψηλά στα 3kHz και από τον ήχο του συστήματος εικάζω πως κόβει το τουίτερ με δεύτερης και το γούφερ με τρίτης μια σχετικά ασυνήθιστη επιλογή, αλλά εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως ο Γερμανός έχει τους λόγους του.

Υπάρχει μια βίντατζ αισθητική με τη διάσταση του πλάτους να υπερισχύει αυτής του βάθους και το προστατευτικό ύφασμα που είναι “χωστό” στη μπάφλα και άλλες μικρές λεπτομέρειες. Η καμπίνα είναι από MDF, το woofer είναι 6,5” από χάρτινο κώνο και υφασμάτινη βάση PA και το τουίτερ υφασμάτινου θόλου 1″, έχει μαγνήτη νεοδυμίου και περιβάλλεται από αβαθή κόρνα ( Single-compression horn tweeter, SC-horn).

 

 width=

Ακούγοντας…

 

Ο ήχος του είναι ένα περίεργο υβρίδιο γερμανικού και ολίγον τι γαλλικού ήχου καθώς αν και αφήνει μια σαφή γερμανική υπογραφή, έχοντας μια αίσθηση τάξης και ελέγχου, είναι στιγμές που βγάζει κάτι από την αλητεία των γαλλικών σχεδιάσεων και δη της Triangle η οποία επίσης συχνά αφήνει το μεγάφωνο των χαμηλών στις δίδρομες σχεδιάσεις της να παίζει αρκετά ψηλά. Εδώ όμως ο ήχος δεν είναι καθόλου προβολικός όπως συχνά συμβαίνει όταν αφήνεις ένα μεγάφωνο χαμηλών να παίξει αρκετά ψηλά και γι’ αυτό και εικάζω πως είναι ο κλάδος των χαμηλών που κόβεται με τρίτης τάξης φίλτρο. Δεν είναι πάντως ούτε laid back, εδώ ο Γερμανός έχει πετύχει άριστη ισορροπία πράμα καθόλου εύκολο σ’ αυτή τη κατηγορία τιμής. Το σύστημα δίνει προτεραιότητα στη περιγραφή του μουσικού συμβάντος και όχι στην πλήρη απόδοση σώματος και όγκου, πράγμα που το κάνει να ακούγεται, αφενός σχετικά στεγνό από σώμα και αρμονικές, κάπως ψηφιακό, από την άλλη όμως γρήγορο και καθαρό, με τρόπο που δίνει μια αίσθηση αναλυτικού και καθαρού ήχου.

Τονικά, είναι αρκετά ισορροπημένο, χωρίς τσιμπημένα μπάσα ή πρίμα, πράμα που μου άρεσε. Με μια μικρή τόνωση της μεσοϋψηλής περιοχής. Τα ρυθμιστικά τονικότητας πολύ σωστά είναι εκεί, περισσότερο για να βοηθήσουν στη σωστή προσαρμογή το συστήματος στο χώρο, παρά για να δώσουν άφθονο μπάσο η πρίμα. Από τα δυο ηχεία αυτό που περιέχει τα ενισχυτικά και τα προενισχυτικά στάδια καθώς και τα βύσματα για τις συνδέσεις με τις πηγές είναι το δεξί και έτσι πρέπει να τοποθετηθούν αλλιώς θα ακούτε το δεξί κανάλι από τα αριστερά και τούμπαλιν.

Η εικόνα έχει σταθερότητα, βάθος, καλή ανάπλαση του χώρου, πείθει, αλλά ένεκα του σχετικά περιορισμένου σώματος δεν έχει τη τάση να γεμίζει το χώρο, οπότε χωρίς να είναι κακή, δεν είναι το φόρτε του συστήματος. Τα έστησα ελεύθερα στο χώρο, στο ένα μέτρο από τους πλαϊνούς τοίχους και στο ενάμισι από τους πίσω σε βάσεις ύψους 70 εκατοστών που έφερναν το αυτί μου στο ίδιο ύψος με τα τουίτερ. Ξεκίνησα τις ακροάσεις συνδέοντάς τα ασύρματα με το κινητό μου, στη συνέχεια τα συνέδεσα μέσω της ψηφιακής εισόδου με το τράνσπορτ μου και μετά μέσω της αναλογικής με τους ψηφιοαναλογικούς μετατροπείς μου και τέλος με το πικάπ. Μουσικές που του πάνε πολύ είναι το Sunbeams του J. Dilla, ωραίο σύγχρονο chil out beat με όχι ιδιαίτερη παρουσία στις μεσουψηλές ή το Solstice του Brian Bennet, ένα κομμάτι πλούσιο σε μπάσο, συνθεσάιζερ και ντραμς, πολύ ρυθμικό, ντίσκο ψυχεδέλεια από τα σέβεντις. Επίσης το “2’’του Κ. Βήτα είναι μέσα στις αγαπημένες του μουσικές. Γενικά προτιμά σύγχρονα πράγματα, δείχνοντας ξεκάθαρα πως απευθύνεται κυρίως σε νεανικά κοινά. Στο Antiphon των Alfa Mist, συνεργάστηκε πολύ καλά με τον ψηφιοαναλογικό μετsτροπέα Canary της Mhdt Lab, ο οποίος έδωσε στο σύστημα λίγο σώμα κυρίως στη μεσοχαμηλή περιοχή και αφαίρεσε σε μεγάλο βαθμό την ψηφιακή υπογραφή του συστήματος, συμπληρώνοντας τον ήχο του και αναδεικνύοντας έτσι περαιτέρω την ικανότητα του συστήματος σε ταχύτητα και ανάλυση.

Στη κλασσική μουσική και πάντα με το Canary στο ρόλο του DAC πολύ ωραία ακούστηκε το Sonata and Partitas for Lute J.S.Bach, σ’ έναν εξαιρετικό συνδυασμό πλαστικότητας και ακρίβειας. Σε πιο πολύπλοκα και γεμάτα ακούσματα με πυκνή παρουσία στη μεσοϋψηλή όπως τα κονσέρτα για βιολί, του Bach πάλι, τα πράγματα ήταν καλά όσο οι εντάσεις παρέμεναν χαμηλές. Γενικά ο ηχητικός του χαρακτήρας παραμένει ως περιγράφηκε μέχρι τούδε, εφόσον οι εντάσεις παραμένουν σε λογικά επίπεδα, μέχρι τα 90dB περίπου στη θέση ακρόασης, αφού από κει και πάνω, αναλόγως της μουσικής και της ηχογράφησης, ο ήχος αρχίζει και σκληραίνει ιδιαίτερα στη μεσοϋψηλή περιοχή, η οποία, όντας λίγο τσιμπημένη, κάνει το σύστημα να ακούγεται πολύ ευχάριστο αλλά μέχρι αυτό το όριο έντασης. Μπορεί πάντως να παίξει πολύ δυνατά αφού θα φτάσει χωρίς σημάδια παραμόρφωσης τα 100dB.

 

 width=

Να το πάρω;

 

Έχουμε λοιπόν ένα πετυχημένο ταίριασμα ενισχυτή ηχείων, ένα πλεονέκτημα των ενεργών, εφόσον ο ήχος του σου πάει. Δεν είναι καθόλου σίγουρο πως κάποιος νεοεισερχόμενος στο χώρο της υψηλής πιστότητας θα έστηνε αγοράζοντας διακριτές μονάδες, ένα καλύτερο σύστημα, εξίσου ισορροπημένο και μουσικό. Απ’ την άλλη θα μπορούσε κάποιος πιο έμπειρος, με λίγη τύχη πάντα και πολύ ψάξιμο, να έστηνε κάτι πιο κοντά στα μουσικά του γούστα και με ένα υψηλότερο επίπεδο πιστότητας, θυσιάζοντας, σε κάθε περίπτωση, τη δυνατότητα για υψηλές εντάσεις. Το σύστημα αυτό κάνει πολλά πράματα καλά για τα λεφτά του και δεν είναι ειδικών αποστολών, είναι ένα σύστημα για όλο το κόσμο, “λαϊκό” κατά μία έννοια. Νομίζω πως απευθύνεται κυρίως σε νέους ανθρώπους που θέλουν να γεμίσουν με καλή μουσική έναν όχι μεγάλο χώρο και που μάλλον δε θέλουν να ψαχτούν πολύ με το στήσιμο του ηχοσυστήματος στο χώρο και ούτε είναι πρόθυμοι να κάνουν τις απαραίτητες χωροταξικές παραχωρήσεις, αλλά θα τα βάλουν σε κάποιο ράφι ή και κάπου στο πάτωμα και θα τα αφήσουν να παίζουν και -που και που- θα κάνουν και κάνα πάρτι μ’ αυτά, καθώς μπορούν άκοπα να ανεβάσουν τις απαραίτητες εντάσεις.

 width=

Στο τελευταίο κομμάτι της δοκιμής τα ηχεία έφυγαν από τις βάσεις και στήθηκαν στο πάτωμα χρησιμοποιώντας τους κώνους που παρέχει ο κατασκευαστής για να δώσουν στα ηχεία μια προς τα πίσω κλίση. Και τότε κατάλαβα πως το ηχείο δεν είναι μόνο βίνταζ σε εμφάνιση αλλά και σε νοοτροπία, θυμίζοντας μας έναν άλλο τρόπο να ακούμε μουσική απαλλαγμένο από τα χαϊφιντελιστικά άγχη, αφού γέμισε όμορφα με μουσική το χώρο αποκτώντας και το σώμα που του έλειπε στο μπάσο και που μπορούσες να το ακούσεις απ’ όπου κι αν καθόσουν χωρίς να σε απασχολεί η στερεοφωνική εικόνα. Όπως κάποτε με τα φορητά πικάπ και αργότερα με εκείνα τα τεράστια ραδιοκασετόφωνα. Κάτι σαν να αγοράζεις έναν… ηλεκτρικό σκαραβαίο!

Overview

Magnat Transpuls 800A

Περιγραφή: Ενεργά/Ασύρματα ηχεία βάσης/ραφιού

Δρόμοι/Μεγάφωνα: 2/2

Μεγάφωνα: 1x μιντ/γούφερ 6,5” από χάρτινο κώνο και υφασμάτινη ανάρτηση, 1x τουίτερ Single-Compression horn tweeter (SC-horn) με υφασμάτινο θόλο και μαγνήτη νεοδυμίου

Φόρτιση: Ανάκλαση χαμηλών

Ενισχυτής: 2x120W κορυφής, 2x60W συνεχής

Είσοδοι: 1x Phono (MM)/Line (RCA), 1x Line (TRS, 3,5mm), 1x S/PDIF (Toslink), 1x HDMI/ARC.

Έξοδοι: 1x Sub Out (RCA)

Crossover: 2ης/3ης τάξης

Συχνότητα cross: 3kHz

Διαστάσεις:385x240x 215 (mm υxπxβ)

Βάρος 13,9 kg.

Τιμή: €799

info: Audiodesigner, τηλ.: 2310-329.232, https://www.audiodesigner.gr/, https://www.magnat.de/

Το review είναι από τον Γιάννη Δρακόπουλο και δημοσιεύεται στο δέκατο τρίτο τεύχος του YELLOWBOX._YB