Ομολογουμένως, το ProΑC Responce DT8, αποτελεί σχεδιαστικό παράδοξο. Ή τολμηρό εγχείρημα. Όπως και να έχει, πρόκειται για ένα μοντέλο που ξεκίνησε την πορεία του το 2017 και συνεχίζει να απασχολεί έντονα την audiophile κοινότητα! Καλούμαστε να κατανοήσουμε το γιατί.
Για την ιστορία, το DT8 αντικατέστησε το παλαιότερο Studio 148mk2 και προς ευχάριστη έκπληξη των φίλων της ProAc, «αναβαθμίστηκε» στη σειρά Responce. Αποτελεί το μικρότερο εκ των μοντέλων δαπέδου της σειράς και το εισαγωγικό μοντέλο, συνολικά, της εταιρίας στις σχεδιάσεις αυτής της κατηγορίας.
Κλασικό… Ή μήπως όχι;
Εκ πρώτης όψεως, το DT8 αποτελεί μια σχεδίαση δαπέδου, δύο δρόμων με bass reflex, που ακολουθεί τη διάταξη MTM του Joseph D’Appolito. Αυτό, όμως, ισχύει εν μέρει. Διότι το tweeter δεν είναι τοποθετημένο επί του νοητού άξονα που σχηματίζουν τα δύο εξωτερικά μεγάφωνα της διάταξης, με την εταιρία να εφαρμόζει τη λογική της κατοπτρικής συμμετρίας, όπως συμβαίνει και σε εφτά ακόμα, από τα δεκατέσσερα μοντέλα της ProAc αυτή τη περίοδο. Επιπλέον, «παραβιάζεται» η αρχή των ομοειδών μεγαφώνων. Ο σχεδιαστής επιλέγει να χρησιμοποιήσει δύο μεγάφωνα της SEAS, ίδιας διαμέτρου (6,5 ιντσών) αλλά διαφορετικών χαρακτηριστικών. Το ανώτερο φέρει λεπτή μεμβράνη από πολυπροπυλένιο και εξαιρετικά ευαίσθητο dust cup. Η μεμβράνη του κατώτερου μεγάφωνου είναι ελαφρώς σκληρότερη και κατασκευάζεται από πολυπροπυλένιο ενισχυμένο με τρίμματα από το φυλλοπυριτικό ορυκτό της μαρμαρυγίας (mica). Το dust cup είναι εμφανώς μεγαλύτερο και επίσης μαλακό. Τα δύο μεγάφωνα διαφοροποιούνται και ως προς το μέγεθος των μαγνητών. Παρά τις κατασκευαστικές (συνεπώς και ηχητικές) διαφορές, συνδέονται παράλληλα στο crossover και λειτουργούν συμφασικά. Το ανώτερο μεγάφωνο καλύπτει τις μεσαίες και μεσοϋψηλές συχνότητες, το κατώτερο τις μεσαίες, μεσοχαμηλές και χαμηλές συχνότητες μέχρι το όριό του.
Το tweeter είναι διαμέτρου μίας ίντσας, μαλακού θόλου από μετάξι. Η σχεδίαση και κατασκευή των crossover ανήκει εξ ολοκλήρου στην ProAc, υλοποιούνται δε με μικρό αριθμό υλικών (6), που ανταποκρίνονται στην κατηγορία τιμής, σε πλακέτα κατασκευασμένη από υαλονήματα. Το φίλτρο είναι 2ης τάξεως ως προς τα δύο μεγάφωνα και 3ης ως προς το tweeter.
Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ProAc τοποθετεί τα εξαρτήματα σειράς του crossover στον αγωγό επιστροφής και όχι στον αγωγό σήματος, όπως συμβαίνει συνήθως. H εσωτερική καλωδίωση βασίζεται σε πολύκλωνο καλώδιο χαλκού, το οποίο καταλήγει σε δύο ζεύγη από επίχρυσες μπόρνες.
Η καμπίνα υλοποιείται με MDF πάχους 18mm, με εσωτερικές ενισχύσεις από στρώσεις ασφαλτικού υλικού, πολιουρεθάνης και καπλαμά. Οι πλευρές διαφοροποιούνται ως προς την ποσότητα αυτών των υλικών, αποκτούν διαφορετική μάζα και συνεισφέρουν στο «κούρδισμα» της καμπίνας (έχουμε δηλαδή να κάνουμε μια μέθοδο διαχείρισης των συντονισμών), χωρίς χρήση εσωτερικών νευρώσεων.
Η διάταξη του bass reflex έχει προσανατολισμό προς το δάπεδο του ηχείου, όπου και τοποθετείται η οπή εκτόνωσης της ενέργειας. Δύο αποστάτες από MDF, διατηρούν την απαραίτητη απόσταση από τη βάση, σε ύψος 5cm. Η επιλογή αυτή δεν είναι ασυνήθιστη (αλλά όχι και ιδιαίτερα διαδεδομένη) και επιτρέπει στον σχεδιαστή του ηχείου να καθορίσει αυτός το ακουστικό φορτίο της οπής ανάκλασης. Παρατηρήστε ότι αυτά τα δύο τμήματα φράζουν τη διαφυγή του αέρα από την πλευρά της πρόσοψης και της πίσω πλευράς, επιτρέποντας τη διαφυγή μόνο από τα πλαϊνά ανοίγματα, ανάμεσα στην καμπίνα και τη βάση αυτής. Το ηχείο θα έρθει σε επαφή με το δάπεδο, με χρήση τεσσάρων μεταλλικών ακίδων.
Η ProAc προσφέρει πέντε βασικά φινιρίσματα (μαύρη τέφρα, μαόνι, ροδόξυλο, δρυ, λευκό σατινέ και καρυδιά) και δύο ακόμα premium βαφές (τριανταφυλλιάς και έβενου) με τη σχετική επιβάρυνση. Η ποιότητα κατασκευής είναι συνολικά πολύ υψηλού επιπέδου, ενώ οι μαζεμένες διαστάσεις του ηχείου, μαζί με την αίσθηση «αιώρησης» που προσφέρει η διάταξη καμπίνας-αποστατών-βάσεων, επιτρέπουν την ομαλή ένταξή του σε έναν οικιακό χώρο. Τα μεγάφωνα καλύπτονται από τις σχετικές αποσπώμενες σήτες μαύρου χρώματος, ομογενοποιώντας οπτικά την πρόσοψη. Ακούγοντας μουσική χωρίς αυτές, απαιτείται ένας σχετικός χρόνος εξοικείωσης από πλευράς του χρήστη και των συγκατοίκων του, ελέω της αισθητικής ιδιαιτερότητας που δημιουργούν τα διαφορετικά μεγάφωνα, η εκτός άξονα τοποθέτηση του tweeter και η ευμεγέθης αναγραφή «ProAc» στο woofer, που θυμίζει περισσότερο επαγγελματικό παρά οικιακό ηχείο. Άπαξ και περάσει το πρώτο αυτό χρονικό διάστημα, το DT8 θα κερδίσει τελικά την πολυπόθητη «συζυγική αποδοχή»!
Υποθετικά, επιλέχθηκε η συνδυαστική χρήση δύο διαφορετικών προσεγγίσεων, προκειμένου να εξασφαλίσει μεγαλύτερη απόκριση συχνοτήτων (σαν να ήταν δηλαδή μια σχεδίαση 2 ½ δρόμων), χωρίς να διαταραχθεί η διασπορά που προσφέρει η διάταξη D’Appolito. Προφανώς, η «διασταύρωση» των δύο μεγαφώνων πραγματοποιείται κάπου στη μεσαία περιοχή, με βάση τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά. Και αυτό, χωρίς να γνωρίζουμε αν είχε εξαρχής αποφασιστεί η χρήση ενός σχετικά «απλού» φίλτρου ή αυτό ήταν τελικά απόρροια της σχεδιαστικής διαδικασίας.
Όπως και να έχει, ο σχεδιαστής θα ερχόταν αντιμέτωπος με τις αναμενόμενες διαταραχές (διασπορά, φάση σήματος, τονικότητα κτλ), τις οποίες θα έπρεπε να υπερνικήσει ή έστω να βρει έναν ευάκουστο τρόπο να τις καλύψει. Ας δούμε αν τα κατάφερε!
Ακούγοντας…
Ξεκινώντας με την αρχή ότι η κατασκευή των DT8 επιτρέπει την προσέγγιση στον οπίσθιο τοίχο, προς ενίσχυση των χαμηλών, θα διατυπώσουμε την άποψη ότι ο υπομονετικός πειραματισμός θα υποδείξει το «μαγικό» εκείνο σημείο στο χώρο μας που τα ηχεία θα εξαφανιστούν από τον χώρο και θα προσφέρουν το μέγιστο της δυναμικής τους. Ο πειραματισμός αυτός μπορεί να περιλάβει τη γωνία κλίσης προς τα έσω, τη στήριξη, την απόσταση από τους τοίχους και φυσικά να συνεχισθεί με τα καλώδια. Βλέπετε, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια υλοποίηση όπου η επίδραση αυτών των στοιχείων αποτυπώνεται ακαριαία στον ήχο που θα λάβουμε. Και δεν θα εξαιρεθεί από την «ακαριαία αποτύπωση» και το υπόλοιπο σύστημα, όπως διαπιστώθηκε με χρήση τεσσάρων συνολικά ενισχυτικών. Συνεπώς, ξεκινάμε με το ότι η διαφάνεια αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό των δίδρομων ProAc. Στον χώρο που έλαβε χώρα η δοκιμή, τα ηχεία κατέληξαν στα 120cm μακριά από τον οπίσθιο τοίχο, με εφτά μοίρες κλίση προς τα μέσα και ενίσχυση της έδρασης από πλάκες γρανίτη πάχους πέντε εκατοστών. Μην ξεχνάμε ότι ιδανικά, τα αυτιά μας έπρεπε να στοχεύουν ανάμεσα στο tweeter και το άνω μεγάφωνο.
Ισχυρό προσόν των DT8 αποτελεί ο δυναμισμός τους αλλά και η ικανότητα τους να τον εξαπολύουν ή να τον τιθασεύουν, ανάλογα με το σύστημα και το ρεπερτόριο. Με ευαισθησία 90dB, δεν θα αποτελέσουν δύσκολο φορτίο ακόμα και για ολιγόβατες (αλλά πάνω από 20 Watt) υλοποιήσεις, λαμπάτες ή solid state, όπως ο Cairn Aria, με τα 40Watt των MOSFET του. Ήρεμο αποτέλεσμα, «ταξιδιάρικο» με υψηλή αίσθηση του λυρισμού, αλλά περιορισμό στα χαμηλά και στα έργα με απαιτήσεις στις δυναμικές μεταβάσεις, ελέω του Cairn. Στον αντίποδα, με τον Denon PMA-1560, με ονομαστική ισχύ 150Watt στα 8Ω, τα DT8 μπορούσαν να κινηθούν ταχύτατα, να προσαρμοστούν στην κλίμακα της δυναμικής περιοχής και να διατηρήσουν την αρτιότητα του σήματος ακόμα και όταν οι στάθμες προσέγγιζαν τα 100dB, όπως έγινε με τα ξεσπάσματα της Συμφωνικής ορχήστρας του Μάλμε στο έργο του Al.Schnitke «Faust Cantata» (BIS, σε CD). Αν όμως η σύνθεση απαιτούσε ηρεμία και γαλήνη, τότε άλλαζαν χαρακτήρα, προάγοντας τη γλυκύτητα και την ευγένεια, οδηγώντας στις συναισθηματικές κορυφώσεις που απαιτούν τραγούδια όπως τα «Δύο Ψέματα» του Αντώνη Ρέμου (flac) ή οι «Μέρες Αργίας» των Διάφανων Κρίνων (CD). Αυτή η αίσθηση ισχυροποιήθηκε όταν τροφοδοτήθηκαν με τον τελικό Cairn KO2, ο οποίος συνδυάζει την επάρκεια στην ισχύ και την ατμοσφαιρικότητα. Τότε ήταν που δημιούργησαν τον πιο έντονα τρισδιάστατο χώρο και συνέβαλαν με τον τρόπο τους στην ανάπτυξη πολυδαίδαλων έργων, όπως το «Dark Side of the Spoon» των Ministry (CD).
Σαν γνήσια «αγγλάκια», τα DT8 έχουν την τάση να παρουσιάζουν ισχυρό μέτωπο στη μεσαία περιοχή. Ανδρικές και γυναικείες φωνές αποκτούν ισχυρή παρουσία, με ζωντάνια στα ηχοχρώματα και πλαστικότητα στην περιγραφή.
Όσο για τα μπάσα, η σχεδίαση πραγματοποιεί την υπόσχεση για χαμηλό, ικανής έκτασης. Και δεν είναι ότι με το κατάλληλο ενισχυτικό θα φτάσει, αν όχι το κατώτατο άκρο (28Hz), τουλάχιστον τα 35Hz. Είναι ότι ως εκεί που θα φτάσει, δεν θα κάνει παραχώρηση σε θέματα καθαρότητας, ατάκας και χρονισμού. «Καθάρισε» σαν …τρίδρομο με το ζόρικο, οργιώδες και παραμορφωμένο, ηλεκτρικό μπάσο των Ministry στο τραγούδι Nursing Home. Ανέδειξε, σε περιγραφή και ενέργεια, τα ακουστικά μπάσα και τα κρουστά του Joël Grare στον δίσκο «Paris-Istanbul-Shangai» (FLAC), ακόμα και όταν νότες κατέβαιναν κάτω από τα 60Hz. Και «διέκριναν» τη χαμηλή οκτάβα στο πιάνο με ουρά από τα χτυπήματα στις χορδές των κόντρα μπάσων και τα φυσήματα των χαμηλόσυχνων χάλκινων πνευστών, στη δυναμική έναρξη του allegro maestroso του έργου Klavierkonzert Nr.1 Es-Dur του Franz Listz, όπως αυτό αποτυπώνεται στο SACD της ELAC «Lossless Speakers-Lossless Music».
Η υψηλή περιοχή, όπως διαμορφώνεται από το tweeter μεταξωτού θόλου, είναι κατά μεγάλο ποσοστό υπεύθυνη για την εξισορρόπηση ανάμεσα στην αναλυτικότητα και τη μεστότητα. Δίνει την ικανότητα στο ηχείο να είναι αναλυτικό και ταυτόχρονα λυρικό. Σας αναφέρω χαρακτηριστικά ότι ο DenonPMA-1560 με τα Audio Spectrum Ερμής TLS (tweeter μεταλλικού θόλου) που χρησιμοποιούνται στο σύστημα ακρόασης, δεν έχουν καλή χημεία στην ανώτερη περιοχή. Με τα ProAc DT8, η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική, σαν να ήταν φτιαγμένα το ένα για το άλλο, ιδίως όταν συνδέθηκαν με το μονόκλωνο καλώδιο της DNM! Ήταν αυτός ο κύριος λόγος που απόλαυσα περισσότερο τις ακροάσεις με τον «Ιάπωνα» παρά με τον «Γάλλο», και ας υπερτερούσε σε low-end και περιγραφές ο δεύτερος.
Τέλος, η διαδικασία, κατέδειξε ένα ζευγάρι ηχείων που θα συνεργαστεί με ευρεία γκάμα ενισχυτικών βαθμίδων. Δεν θα αρνηθεί τη συνύπαρξη με φθηνότερες μονάδες, αλλά θα δείξει τις δυνατότητές του με αντίστοιχης και ακόμα ακριβότερης κατηγορίας τιμής.
Θα ρωτήσετε, «δεν έχουν τίποτα αρνητικό»; Επί της ουσίας, δεν εντοπίσθηκε κάποιο σημείο που να χρήζει προσοχής. Είναι θέμα του τι θέλουμε να επιτύχουμε, στον χώρο μας, με ένα ηχείο δαπέδου δύο δρόμων. Για το μόνο που μπορώ να σας διαβεβαιώσω είναι ότι σε έναν χώρο σχεδόν 50m², όπου κυριαρχεί ο Ερμής TLS (με τα δύο οκτάιντσα γούφερ ανά κανάλι), έφτασαν τα «μικρά» ProAc να παράγουν εικόνα σχεδόν ίσων διαστάσεων και να μην γίνεται ενοχλητική η απουσία των κατώτερων συχνοτήτων της χαμηλής περιοχής.
Αν γνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά της «Βρετανικής Σχολής», τότε δεν είναι δύσκολο να διατυπώσουμε ότι τα ProAc Responce DT8 είναι γνήσια τέκνα αυτής. Και συνεχίζουν επάξια την παράδοση που έχει δημιουργήσει η ProAc, η οποία σε πείσμα των καιρών παραμένει στα χέρια του ιδρυτή της και της οικογενείας του, εξακολουθώντας να παράγει τα προϊόντα της στην Αγγλία. Σχεδιάσεις φαινομενικά απλές, που κρύβουν συχνά σχεδιαστικές υπερβάσεις. Αν η ProAc έβαλε με το DT8 ένα στοίχημα με τον εαυτό της, τότε το κέρδισε, κινούμενη πέρα από τα ακαδημαϊκά όρια. Δεν είναι σίγουρα εύκολο να κατασκευάσεις ένα δίδρομο ηχείο με τέτοιο βαθμό ηχητικής αυτοτέλειας, σε αυτή την κατηγορία τιμής. Δεν μπορούμε παρά να μην το θεωρήσουμε ως μια εξαιρετική πρόταση.
OVERVIEW
ProAc Responce DT8
Περιγραφή: Ηχείο δαπέδου με bass reflex
Δρόμοι: 2
Mid/Woofer: 2×6,5in, SEAS
Tweeter: 1”, μεταξωτού θόλου, ProAc
Ονομαστική Αντίσταση: 4Ω
Ευαισθησία: 90dB
Απόκριση Συχνοτήτων: 28Hz – 30kHz
Συνιστώμενη Ισχύς: 20-140 Watt
Διαστάσεις: 193x978x229mm (ΠΥΒ)
Βάρος: 26Kg/ηχείο
Τιμή: €3.280 (€4.150 με φινίρισμα εβένου και τριανταφυλλιάς)
INFO: Exclusive Audio τηλ.: 210-671.0851
Το review είναι από τον Γιάννη Καμαρινό και δημοσιεύεται στο δέκατο έκτο τεύχος του YELLOWBOX_.YB
Απαγορεύεται οποιαδήποτε αναδημοσίευση (ολική ή μερική), χωρίς την άδεια του περιοδικού YELLOWBOX.