Το Μετρόπολις (πρωτότυπος τίτλος: Metropolis) είναι γερμανική δραματική, επική ταινία επιστημονικής φαντασίας, του 1927. Το έργο ανήκει στο είδος του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Η σκηνοθεσία έγινε από τον Φριτς Λανγκ, σε σενάριο της Τέα φον Χάρμπου, το οποίο βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημά της. Πρωταγωνιστούν οι Άλφρεντ Άμπελ, Γκούσταβ Φρέλιχ, Ρούντολφ Κλάιν-Ρόγκε και Μπριγκίτε Χελμ. Παραγωγός της ταινίας ήταν ο Έριχ Πόμερ και η διανομή έγινε από την UFA. Η ταινία σήμερα θεωρείται πρωτοπόρος τους είδους της επιστημονικής – φαντασίας στις ταινίες, και μάλιστα η πρώτη μεγάλης διάρκειας ταινία τους είδους, που κυκλοφόρησε.
Η ταινία γυρίστηκε κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Η πλοκή της λαμβάνει χώρα σε μία μελλοντική αστική δυστοπία, και αφηγείται την ιστορία του γιου του κυβερνήτη, Φέντερ, ο οποίος με μία εργάτρια, τη Μαρία προσπαθούν να εξαλείψουν το χάσμα που χωρίζει την πόλη τους. Το κόστος της ταινίας ανέρχεται περίπου στα επτά εκατομμύρια μάρκα, ποσό υπέρογκο για την εποχή, και θεωρείται ότι κατά το γύρισμά της, ο Φριτς Λανγκ είχε αναλογικά τη μεγαλύτερη δημιουργική ελευθερία, από κάθε άλλο σκηνοθέτη. Τα σκηνικά είναι επηρεασμένα από το Μπάουχαους, τον Κυβισμό και τον Φουτουρισμό.
Κατά την περίοδο της κυκλοφορίας του, το έργο έλαβε ανάμικτες κριτικές. Από τη μία οι κριτικοί αντιμετώπισαν θετικά τα ειδικά εφέ της και την όμορφη εικόνα της, όμως, ως επί το πλείστον, κατέληξαν ότι πλοκή της ήταν naiveté (τη χαρακτήριζε αφέλεια). Το έργο, επίσης, δέχτηκε κριτική για τα υποτιθέμενα κομμουνιστικά του μηνύματα. Μετά την πρεμιέρα του κόπηκε μεγάλο μέρος από το αρχικό έργο του Λανγκ.
Στις 10 Ιανουαρίου του 1927 έγινε η πρώτη προβολή της ταινίας στην αίθουσα UFA-Palast στην περιοχή του Ζωολογικού κήπου στο Βερολίνο, με μέτρια επιτυχία. Το μήκος της ταινίας τότε ήταν 4.819 μέτρα και η διάρκειά της σήμερα υπολογίζεται στα 153 λεπτά.
Ο Αμερικανός εκπρόσωπος της UFA στις ΗΠΑ, Frederick Wynne-Jones, έφερε το Μετρόπολις στην Αμερική για να το παρουσιάσει στην Paramount Pictures με στόχο τη διανομή της ταινίας εκεί. Η ταινία παίχτηκε σε μία εκδοχή που είχε μονταριστεί από τον Αμερικανό δραματουργό Τσάνινγκ Πόλοκ, που αλλοίωσε τελείως την αρχική πλοκή της ταινίας, που είχε διχάσει τους Αμερικανούς διανομείς, καθώς επίσης μείωσε κατά πολύ την διάρκειά της. Η διαμάχη ανάμεσα στους χαρακτήρες Ρότβανγκ και Φρέντερσεν, η αντιζηλία για την πεθαμένη Χελ και άλλες σκηνές αφαιρέθηκαν. Προκειμένου να αποκατασταθεί η συνοχή της ταινίας μετά από όλες αυτές τις διαγραφές και συντομεύσεις, ήταν απαραίτητο να πραγματοποιηθούν ριζικές αλλαγές στους μεσότιτλους της ταινίας και να αλλαχθεί σημαντικά το μοντάζ των σκηνών που είχαν μείνει αυτούσιες. Παρά τις αλλαγές, η αμερικάνικη εκδοχή της ταινίας εξακολουθούσε να είναι περίπου 3.100 μέτρα σε μάκρος. Ο Πόλοκ συνόψισε την άποψη του λέγοντας: «Η ταινία, πριν αρχίσω τη δουλειά μου στην μορφοποίηση και το μοντάζ, δεν είχε ούτε λογική ούτε περιορισμούς. Ήταν ένα συμβολικό παραλήρημα και οι άνθρωποι που την έβλεπαν δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν τι πραγματευόταν η ταινία, ποιο ήταν το θέμα της. Εγώ της έδωσα την δική μου ερμηνεία, το δικό μου νόημα.»
Στο Βερολίνο η ταινία Μετρόπολις αποσύρθηκε από την κυκλοφορία μέσα σε λίγες εβδομάδες. Οι λόγοι που συνέβη αυτό είναι ακόμη αδιευκρίνιστοι. Πιθανότατα στη Γερμανία υπήρχε η πεποίθηση ότι το μέγεθος της ταινίας θα αποτελούσε εμπόδιο για τη διανομή της στην ευρύτερη περιοχή της Γερμανίας.
Στις 7, 8 και 27 Απριλίου του 1927 το διοικητικό συμβούλιο της UFA συνεδρίαζε συνεχώς και αποφάνθηκε ότι η ταινία, σύμφωνα με την αμερικάνικη εκδοχή της, μετά την αφαίρεση των τίτλων που εκ φύσεως «έτειναν» να είναι κομμουνιστικοί, επίσης δεν προσφέρονταν για προβολή στη Γερμανία. Σ’ αυτή τη φάση δεν είναι γνωστό εάν ο Λανγκ εμπλέχθηκε στη μεταφορά της δεύτερης γερμανικής εκδοχής της ταινίας. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι ότι η ταινία κατατέθηκε στο Γραφείο Λογοκρισίας Κινηματογράφου στο Βερολίνο στις 5 Αυγούστου του 1927, όπου έγιναν περικοπές σύμφωνα με το μοντέλο της αμερικάνικης εκδοχής και αλλάχθηκαν οι μεσότιτλοι, όπου κρίθηκε απαραίτητο, και τότε μόνο δόθηκε σε κυκλοφορία έχοντας μέγεθος 3.241 μέτρων. Έκτοτε τέτοιες μόνο κόπιες της ταινίας δόθηκαν από την UFA σε περιοχές εκτός Βερολίνου.
Η ταινία είχε και πολιτικές προεκτάσεις.
Το θέμα του “Μετρόπολις” συνδέεται με το φασισμό και τον κομμουνισμό, τις πιο ισχυρές ιδεολογίες στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Η ταινία αποτελεί ένα κομμουνιστικό αριστούργημα, καθώς παρουσιάζει την καταπίεση των εργατών από την ανώτερη τάξη. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι είναι αντικαπιταλιστικό και αντιφασιστικό γιατί δείχνει πως οι πλούσιοι εκμεταλλεύονται το μόχθο των εργατών. Οι πλούσιοι ζουν στα φωτεινά υψηλά τμήματα της πόλης, ενώ οι εργάτες στα βρώμικα και σκοτεινά κατώτερα τμήματα. Ο θεατής δημιουργεί την εντύπωση πως οι εργάτες δεν έχουν καμία ελπίδα να ξεφύγουν από την κατάστασή τους εξ αιτίας των πλούσιων καταπιεστών τους. Κάποιοι λίγοι, πάντως, βλέπουν αντικομουνιστικό μήνυμα, υποστηρίζοντας ότι οι κομμουνιστές, καλώντας τους εργάτες σε επανάσταση φέρνουν την καταστροφή τους. Λαθεμένα, όμως, διότι ο Λανγκ δεν τάσσεται κατά της Επανάστασης στο σύνολό της, αλλά κατά μίας ανοργάνωτης επανάστασης, που μόνο περισσότερα δεινά μπορεί να φέρει.
Υπάρχει η φήμη ότι ο Χίτλερ λάτρευε το Μετρόπολις και προσπάθησε να πείσει τον Φριτς Λανγκ να φτιάξει ταινία προπαγάνδας γι’αυτόν, κάτι που ο ίδιος αρνήθηκε και διέφυγε στην Αμερική. Έβλεπε στο πρόσωπο του Φρέντερσεν και των καταπιεστών τους Εβραίους. Η φήμη αυτή έχει τη βάση της στο βιβλίο του Ζήγκφρηντ Κράκαουερ με τίτλο Από τον Καλιγκάρι στον Χίτλερ: Μια ψυχολογική ιστορία του γερμανικού κινηματογράφου. Ο Γκέμπελς ενδιαφερόταν επίσης για το Μετρόπολις. Σύμφωνα με τον Λανγκ: «Μου είπε, ότι πολλά χρόνια πριν, αυτός και ο Φύρερ είχαν δει την ταινία μου Μετρόπολις σε μία μικρή πόλη, και ο Χίτλερ είχε πει τότε ότι με ήθελε για να φτιάχνω ταινίες για τους Ναζί» (Kracauer 164).
Εάν αυτή η φήμη είναι αλήθεια, ο Χίτλερ αγνοούσε το γεγονός ότι ο Λανγκ κατά το ήμισυ ήταν Εβραίος.
Η ταινία έχει επηρεάσει πολυάριθμες ταινίες επιστημονικής φαντασίας έως σήμερα, με κύρια παραδείγματα το Blade Runner, το Σκοτεινή Πόλη, το Brazil, την Οδύσσεια του Διαστήματος, τη σειρά Star Wars και άλλα. Η δομή του «Πύργου της Βαβέλ» είναι στοιχείο που έχει περάσει σε πολλές ταινίες, όπως και ο πύργος της Μετρόπολις φαίνεται ότι προέρχεται από ένα πύργο που είχε χτίσει στο Πόζεν το 1911 ο Hans Poelzig. Οι πρώτες ταινίες που επηρεάστηκαν ήταν το Just Imagine του 1930, το οποίο επίσης έδειχνε μία πόλη με εναέρια κυκλοφορία και γέφυρες σε ουρανοξύστες, καθώς επίσης και οι ταινίες του Φλας Γκόρντον του 1936, με την πόλη των Vultan όπου υπήρχε ένα εργοστάσιο του οποίου ο έλεγχος γινόταν από ένα καντράν με δείκτη παρόμοιο με αυτό του Μετρόπολις.
Η πλοκή της ταινίας:
Η ιστορία εκτυλίσσεται χωρίς σαφή ένδειξη κάπου στο μέλλον. Το περιβάλλον είναι ψυχρό και βιομηχανικό.
Η υπερπληθυσμική Μετρόπολις χωρίζεται σε δύο κοινωνικές τάξεις που ζουν σε διαφορετικά επίπεδα της πόλης. Η ελίτ των αρχόντων και της αριστοκρατίας ζει στο ανώτερο επίπεδο, ενώ οι εργάτες, τα χέρια που φτιάχνουν την πόλη, ζουν στο κατώτερο επίπεδο, όπου βρίσκονται και οι μηχανές. Οι μηχανές είναι αυτές που καθορίζουν – και “καταβροχθίζουν” – τις ζωές των εργατών. Ο χρόνος, πάντοτε σχετικός, δείχνει να έχει σταματήσει για τους κατοίκους της “άνω” πόλης, ενώ για τους εργάτες αποτελείται μόνο από το ατελείωτο δεκάωρο της κάθε βάρδιας τους. Οι ολοκληρωτικές πολιτικές και οι οικονομικές δομές της κοινωνίας, καταγράφονται με ακρίβεια σε μια πόλη που γίνεται, τελικά, εφιαλτική.
Ο Γιόχαν Φρέντερσεν είναι ο Άρχοντας της Μετρόπολις. Δεν διευθύνει απλώς, αλλά εξουσιάζει την πόλη. Ο χαρακτήρας του κατά πολλούς είναι ένας συνδυασμός του (Σαιξπηρικού) Ριχάρδου Γ’ και του Αδόλφου Χίτλερ. Η ομοιότητα του με τον Χίτλερ αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι η ταινία δημιουργήθηκε στην προ-Χιτλερική Γερμανία.
Ταυτόχρονα, στην ταινία υπάρχουν αρκετοί βιβλικοί συμβολισμοί. Ο ίδιος ο Φρέντερσεν παραλληλίζεται με Αιγύπτιο φαραώ του οποίου οι σκλάβοι φτιάχνουν τις πυραμίδες. Σε ερώτηση του γιου του, γιατί φέρεται τόσο άσχημα στους εργάτες απαντάει : “είναι τα χέρια τους που χτίζουν τη Μετρόπολις”.
Η γυναίκα – καταλύτης, ονομάζεται “Μαρία” και η πρώτη φορά που εμφανίζεται είναι στις κατακόμβες της πόλης, όπου περιβαλλόμενη από ξύλινους σταυρούς, “κηρύττει” στους εργάτες. Τους μιλάει για ένα παρόμοιο κατασκεύασμα με τη Μετρόπολις, τον Πύργο της Βαβέλ, ενώ ταυτόχρονα ο θεατής βλέπει τις συνθήκες εργασίας των εργατών που προσομοιάζουν με αυτές των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Η Μετρόπολις, μια μεγάλη βιομηχανική πόλη του μέλλοντος βρίσκεται κάτω από την εξουσία του Γιόχαν Φρέντερσεν. Στην κατώτερη πόλη ζουν οι εργάτες που δεν έχουν ονόματα, αλλά νούμερα. Ανάμεσα στην ανώτερη πόλη των αριστοκρατών και την κατώτερη των εργατών, ζουν οι τεχνοκράτες, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την ομαλή λειτουργία των μηχανών που κρατούν την πόλη ζωντανή. Στην ανώτερη πόλη βρίσκονται οι “αιώνιοι κήποι” όπου τα παιδιά της κυρίαρχης τάξης διασκεδάζουν διαρκώς. Ένας από αυτούς είναι και ο Φρέντερ, γιος του Φρέντερσεν.
Η Μαρία, ένα κορίτσι της κατώτερης πόλης εισβάλει κρυφά στους “αιώνιους κήπους” μαζί με μια ομάδα από παιδιά εργατών, λέγοντας στους παρευρισκομένους πως “αυτά είναι αδέρφια σας”. Η πράξη της αυτή συγκινεί τον Φρέντερ ο οποίος την αναζητεί, όταν εκείνη εκδιώκεται από τους κήπους.
Ο Φρέντερ καταλήγει στα μηχανοστάσια της κατώτερης πόλης όπου γίνεται μάρτυρας ενός ατυχήματος που στοιχίζει τις ζωές αρκετών εργατών. Στα μάτια του Φρέντερ η γιγάντια μηχανή φαντάζει σαν το Μολώχ (Βασιλιάς), μια ειδωλολατρική θεότητα της ευρύτερης περιοχής της Παλαιστίνης της Παλαιάς Διαθήκης, στην οποία θυσίαζαν παιδιά ρίχνοντας τα στη φωτιά που έκαιγε στο στόμα της.
Στο γραφείο του πατέρα του ο Φρέντερ περιγράφει σ’ αυτόν τις απάνθρωπες συνθήκες των μηχανοστασίων, και συνειδητοποιεί την ψυχρή λογική με την οποία κυβερνάται η Μετρόπολις. Εμφανίζεται ο Γκροτ (Οτοΐ) – ο υπεύθυνος της “μηχανής καρδιάς” που παράγει την ενέργεια της πόλης – και δίνει στο Φρέντερσεν σχέδια που βρέθηκαν στις τσέπες των νεκρών από το ατύχημα εργατών. Κάποιες μυστικές δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα στην κατώτερη πόλη. Έξαλλος ο Φρέντερσεν απολύει τον Γιόζαφατ το δεξί του χέρι, καθώς όφειλε να τον πληροφορήσει για τις ενέργειες αυτές. Ο Φρέντερ θλίβεται για την απόλυση και προσφέρεται να προσλάβει το Γιόζαφατ για λογαριασμό του. Ο πατέρας του αναθέτει στον “Ξερακιανό” έναν ακόλουθο, να παρακολουθεί το γιο του.
Ο Φρέντερ επιστρέφει στα μηχανοστάσια. Ένας εργάτης, με το νούμερο 11811, γνωστός και ως Γκεόργκυ, σωριάζεται από την κούραση της δουλειάς, θέλοντας να τον σώσει, ο Φρέντερ αποφασίζει να τον αντικαταστήσει μέχρι το τέλος της βάρδιας, και αλλάζουν μεταξύ τους ρούχα. Ο Φρέντερ στέλνει το Γκεόργκυ στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ με οδηγίες να τον περιμένει εκεί. Στη διαδρομή ο Γκεόργκυ ενδίδει στους πειρασμούς της “άνω” πόλης. Καθώς βρίσκει χρήματα στις τσέπες των ρούχων του Φρέντερσεν αποφασίζει να επισκεφτεί την Γιοσιβάρα, το μπαράκι όπου η υψηλή κοινωνία της Μετρόπολις επιδίδεται σε ένα διαρκές όργιο απολαύσεων. Ο “Ξερακιανός” που ακολούθησε το αυτοκίνητο του Φρέντερ οδηγείται και αυτός εκεί μην ξέροντας ότι παρακολουθεί το Γκεόργκυ και όχι αυτόν που θα έπρεπε.
Στο μεταξύ ο Γιοχ Φρέντερσεν επισκέπτεται το Ρότβανγκ τον εφευρέτη. Στο σπίτι του Ρότβανγκ ανακαλύπτει ένα μνημείο αφιερωμένο στη Χελ, τη μοιραία γυναίκα ανάμεσα στο Ρότβανγκ και στο Φρέντερσεν. Η Χελ, ενώ υπήρξε ο μεγάλος έρωτας του Ρότβανγκ, παντρεύτηκε τελικά το Φρέντερσεν και πέθανε πάνω στη γέννηση του γιου τους Φρέντερ. Ο Ρότβανγκ μην μπορώντας να ξεπεράσει τον χαμό της, χλευάζει το Φρέντερσεν μπροστά στο μνημείο της και θριαμβευτικά του παρουσιάζει την τελευταία του εφεύρεση. Μια μηχανική γυναίκα που προορίζεται να αναπληρώσει την Χελ. (Στη συντομευμένη και παραποιημένη έκδοση της ταινίας, ο Ρότβανγκ παρουσιάζει το ρομπότ στο Φρέντερσεν ως αντικατάσταση του ανθρώπου, των εργατών, αφού μπορεί να δουλεύει ακούραστα και αλάθητα). Χρειάζεται όμως 24 ακόμη ώρες για να ολοκληρώσει τη δουλειά του και η μηχανική γυναίκα να είναι πιστό αντίγραφο της Χελ. Ο Φρέντερσεν του εξηγεί το λόγο της επίσκεψης του και ζητάει από το Ρότβανγκ να αποκρυπτογραφήσει τα σχέδια των εργατών. Ο Φρέντερ την ίδια ώρα υποφέρει τα πάθη της ζωής των εργατών. Φαντάζεται το ρολόι στο γραφείο του πατέρα του να δείχνει μόνο το ωράριο δουλειάς των εργατών. Η αλλαγή της βάρδιας τον ανακουφίζει και οι υπόλοιποι “συνάδελφοι” του τον οδηγούν στις κατακόμβες της πόλης όπου γίνονται οι μυστικές συναντήσεις.
Ο Ρότβανγκ αποκρυπτογραφεί τα σχέδια που τους οδηγούν και αυτούς στις κατακόμβες. Παρακολουθούν τη συγκέντρωση των εργατών, οι οποίοι ακούν τη Μαρία, που τους διηγείται την ιστορία του Πύργου της Βαβέλ. “Καταστράφηκε από τους σκλάβους που τον έχτιζαν γιατί δεν υπήρχε κοινή γλώσσα ανάμεσα ανάμεσα σε αυτούς και τους αφέντες”. Τελειώνει λέγοντας πως κάποιος διαμεσολαβητής θα εμφανιστεί και θα βελτιώσει τις ζωές τους. Ο Ρότβανγκ αναγνωρίζει τον Φρέντερ ανάμεσα στους εργάτες, αλλά το κρύβει από τον Φρέντερσεν. Ο Φρέντερ ερωτεύεται τη Μαρία, ενώ εκείνη τον αναγνωρίζει σαν τον μέλλοντα διαμεσολαβητή. Του προτείνει να συναντηθούν την επόμενη μέρα στον καθεδρικό ναό.
Ο Φρέντερσεν παραγγέλνει στο Ρότβανγκ να δώσει στο ρομπότ όχι τη μορφή της Χελ, αλλά της Μαρίας, ώστε στέλνοντας το στους εργάτες να διαλύσει τις συγκεντρώσεις. Ο Ρότβανγκ αρχικά αρνείται, γρήγορα αλλάζει γνώμη όταν συνειδητοποιεί πως με αυτό τον τρόπο μπορεί να βλάψει τον Φρέντερσεν περισσότερο ακόμη και από το να δημιουργήσει μια ψεύτικη Χελ. Κυνηγάει τη Μαρία στις κατακόμβες και αφού την απαγάγει, την οδηγεί στο εργαστήριο του για να δώσει στο ρομπότ την εμφάνιση της.
Την επόμενη μέρα, ο Φρέντερ μπαίνει στον καθεδρικό ναό της Μετρόπολις. Ακούει το κήρυγμα ενός μοναχού που ανακοινώνει ότι η Αποκάλυψη πλησιάζει και ότι θα εμφανιστεί με τη μορφή αμαρτωλής γυναίκας. Την ίδια στιγμή ο Ρότβανγκ προγραμματίζει το ρομπότ να καταστρέφει το Φρέντερσεν, την πύλη του και το γιο του. Ο Φρέντερ περιπλανάται στο ναό και ανακαλύπτει ένα γλυπτό που αναπαριστά το θάνατο και τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα.
Ο Γκεόργκυ βγαίνει από τη Γιοσιβάρα έχοντας ξοδέψει όλα τα λεφτά του Φρέντερ. Καθώς μπαίνει στο αυτοκίνητο τον συλλαμβάνει ο “Ξερακιανός”. Ανακρίνοντας τον μαθαίνει ότι έχουν σχεδιάσει με το Φρέντερ να συναντηθούν στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ. Μην έχοντας βρει τη Μαρία στο ναό, ο Φρέντερ πηγαίνει στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ, ελπίζοντας να βρει τον Γκεόργκυ για να τον φέρει σε επαφή με τους εργάτες. Ο “Ξερακιανός” αφήνει ελεύθερο το Γκεόργκυ μετά την υπόσχεση του να ξεχάσει ότι έγινε. Κατευθύνεται στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ με σκοπό να συναντήσει το Φρέντερ, ο οποίος έχει ήδη φύγει ξεχνώντας πίσω το καπέλο του Γκεόργκυ. Θεωρώντας το ως απόδειξη των κρυφών συνεννοήσεων μεταξύ του Φρέντερ και του Γιόζαφατ, ο “Ξερακιανός” προσφέρει στον τελευταίο χρήματα για να εγκαταλείψει τη Μετρόπολις. Ο Γιόζαφατ αρνείται και διαπληκτίζεται με τον “Ξερακιανό” ο οποίος και επικρατεί και φεύγοντας κλειδώνει τον Γιόζαφατ στο διαμέρισμα του.
Η Μαρία είναι αιχμάλωτη του Ρότβανγκ. Πλησιάζοντας το σπίτι του εφευρέτη ο Φρέντερ ακούει τις φωνές της και μάταια προσπαθεί να τη βοηθήσει. Ο Ρότβανγκ την οδηγεί στο εργαστήριο του όπου και “μεταφέρει” την εμφάνιση της στο ρομπότ. Μετά την επιτυχή επιχείρηση ο Φρέντερ μυστηριωδώς οδηγείται στο εργαστήριο, όπου ο Ρότβανγκ τον πληροφορεί ότι η Μαρία είναι με τον πατέρα του. Με μια επιστολή ο Ρότβανγκ προσκαλεί το Φρεντερσεν στην παρουσίαση της ψεύτικης Μαρίας: μια επίδειξη των χορευτικών δυνατοτήτων της στην υψηλή κοινωνία της Μετρόπολις, προκειμένου να φανεί ότι είναι άνθρωπος και όχι μηχανή.
Στο γραφείο του, ο Φρέντερσεν δίνει οδηγίες στην ψεύτικη Μαρία. Ο Φρέντερ φτάνει και τους βρίσκει σε μια τρυφερή στιγμή. Νομίζοντας ότι η αγαπημένη του τον πρόδωσε παραληρεί από τρόμο και λιποθυμά. Στο σπίτι του Ρότβανγκ η ψεύτικη Μαρία κάνοντας ένα χορευτικό νούμερο ημίγυμνη υπνωτίζει τους άνδρες της Μετρόπολις.
Ο “Ξερακιανός” προσέχει το Φρέντερ στο κρεβάτι του, ο οποίος βλέπει σε όνειρο τον “Ξερακιανό” μεταμορφωμένο στον καλόγερο που κήρυττε για την Αποκάλυψη. Ο Γιαν και ο Μαρίνος παιδιά της υψηλής κοινωνίας, γοητεύονται από το χορό της Μαρίας (και πρόθυμοι θα έπρατταν και τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα για χάρη της).
Ο Φρέντερ ονειρεύεται με τα μάτια ανοιχτά. Τα αγάλματα του καθεδρικού ναού, που αναπαριστούσαν το θάνατο με τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα, ζωντανεύουν και τον πλησιάζουν. Ο θάνατος ανεμίζει το δρεπάνι του μέσα στο δωμάτιο του Φρέντερ.
Ο Γιόζαφατ δραπετεύει από το σπίτι του και κρύβεται στη Μετρόπολις προσπαθώντας να έρθει σε επαφή με τον Φρέντερ. Την ίδια στιγμή ο “Ξερακιανός” αναφέρει στον Φρέντερσεν την αυξανόμενη ανησυχία του για τις βιαιότητες, που αυξάνονται στην κατώτερη πόλη και ότι το μόνο πράγμα που κρατά ακόμα τους εργάτες από την εξέγερση είναι η προσμονή του “διαμεσολαβητή”. Ο Γιόζαφατ πληροφορεί τον Φρέντερ, ο οποίος έχει πια αναρρώσει, για τα γεγονότα που συνέβησαν: ο Γιαν και ο Μαρίνος μονομάχησαν για την ψεύτικη Μαρία, και πάνω στη συμπλοκή ο Γιαν σκοτώθηκε. Από τότε οι “αιώνιοι κήποι” έχουν εγκαταλειφθεί και τα παιδιά των πλουσίων έχουν μαζευτεί στη Γιοσιβάρα όπου βρίσκεται η ψεύτικη Μαρία. Οι νέοι μαλώνουν για χάρη της, και όλο και περισσότεροι βρίσκουν το θάνατο. Καθώς ο Γιόζαφατ διηγείται αυτά στον Φρέντερ, οι σειρήνες της Μετρόπολις σημαίνουν την αλλαγή της βάρδιας των εργατών και ταυτόχρονα δίνουν το σύνθημα για τη μυστική συνάντηση των εργατών στις κατακόμβες. Ο Φρέντερ αποφασίζει να ξανακατεβεί στις κατακόμβες. Ο Φρέντερσεν δίνει διαταγή στον “Ξερακιανό” να μην εμποδιστούν οι εργάτες ότι και να πράξουν. Έπειτα ξεκινάει να συναντήσει τον Ρότβανγκ. Ο Ρότβανγκ λέει στην αληθινή Μαρία, πως το ρομπότ φαίνεται να ακολουθεί τις οδηγίες του Φρεντερσεν εξεγείροντας τους εργάτες, ενώ στην πραγματικότητα ακολουθεί μόνο τις δίκες του διαταγές.
Η ψεύτικη Μαρία παρακινεί τους εργάτες να καταστρέψουν τις μηχανές. Ο Φρέντερ και ο Γιόζαφατ ενώνονται μαζί τους και ο Φρέντερ συνειδητοποιεί πως αυτή δεν μπορεί να είναι η Μαρία. Το ρομπότ αποκαλύπτει ότι ο Φρέντερ είναι γιος του Φρέντερσεν και διατάζει τους εργάτες να τον δολοφονήσουν. Ο Γκεόργκυ στην προσπάθεια να προστατέψει με το σώμα του τον Φρέντερ σκοτώνεται. Τη στιγμή που οι εργάτες ορμούν να καταστρέψουν τις μηχανές ο Φρέντερ και ο Γιόζαφατ κατορθώνουν να ξεφύγουν.
Ο Φρέντερσεν, απαρατήρητος, κρυφάκουσε όσα ο Ρότβανγκ αποκάλυψε στη Μαρία και ορμά εναντίον του. Η Μαρία βρίσκει την ευκαιρία να ξεφύγει και κατευθύνεται προς την πόλη. Οργισμένοι οι εργάτες φτάνουν στις πύλες των μηχανοστασίων. Ο Γκροτ, φύλακας στη “μηχανή – καρδιά”, έχει ενημερωθεί για το τι συμβαίνει και κλειδώνει τον θάλαμο της μηχανής. Επικοινωνεί με τον Φρέντερσεν ο οποίος τον διατάζει να ανοίξει τις πύλες και να αφήσει την κατάσταση να εξελιχθεί. Ο Γκροτ υπακούει με δισταγμό, αλλά μπαίνει μπροστά από τους εργάτες προσπαθώντας να τους ηρεμήσει. Κανένας δεν ακούει τα λόγια του και την ίδια στιγμή η ψεύτικη Μαρία καταστρέφει τη μηχανή και επιστρέφει στην “άνω” πόλη.
Η πραγματική Μαρία κατεβαίνει στην έρημη κατώτερη πάλη, όπου βλέπει τα μηχανοστάσια να αρχίζουν να πλημμυρίζουν. Αμέσως συγκεντρώνει τα παιδιά των εργατών και τα οδηγεί σε ασφαλές μέρος. Μετά την έκρηξη της “μηχανής – καρδιάς” η πόλη βυθίζεται στο σκοτάδι. Ο Γιόζαφατ και ο Φρέντερ βρίσκουν τη Μαρία με τα παιδιά. Ο Φρέντερ καταλαβαίνει πως έχει βρει τη σωστή Μαρία. Καθώς ανεβαίνουν στην “ανώτερη πόλη” μέσα από τους αεραγωγούς συναντούν αδιέξοδο. Την τελευταία στιγμή καταφέρνουν να σωθούν οι ίδιοι και τα παιδιά από το νερό που ανεβαίνει.
Ο Γκροτ εξηγεί στους θριαμβευτικούς εργάτες το μέγεθος της καταστροφής στα μηχανοστάσια και η διάθεση τους ξαφνικά αλλάζει. Την ίδια στιγμή η ψεύτικη Μαρία στη Γιοσιβάρα προσκαλεί τους καλεσμένους σε μια φρικαλέα νύχτα “..ας δούμε τον κόσμο να καταποντίζεται!” και το πλήθος, χορεύοντας, ξεχύνεται στην πόλη. Ο Ρότβανγκ συνέρχεται από το χτύπημα του Φρέντερσεν, σέρνεται ως το μνημείο της Χελ και με τα λόγια “δικιά μου Χελ ήρθε η ώρα να σε φέρω πίσω στο σπίτι” ξεκινάει να βρει το ρομπότ.
Στο δρόμο η Μαρία συναντά τους θυμωμένους μαζί της εργάτες και καταφέρνει να τους ξεφύγει. Οι εργάτες και το πλήθος από τη Γιοσιβάρα αναμιγνύονται. Η ψεύτικη Μαρία συλλαμβάνεται από τους εργάτες οι οποίοι ετοιμάζουν φωτιά (πυρά), μπροστά από τον καθεδρικό ναό για να την κάψουν. Ο Φρέντερ ψάχνει την πόλη για τη “δική του” Μαρία, η οποία κρύβεται σε μια εγκοπή πίσω από την πόρτα του καθεδρικού ναού. Ο Ρότβανγκ την εντοπίζει και πιστεύοντας πως πρόκειται για το ρομπότ την καταδιώκει, στο καμπαναριό και στη στέγη του ναού.
Καθώς καίγεται, η ψεύτικη Μαρία, παίρνει την αρχική της μορφή, αυτή του ρομπότ. Οι εργάτες και ο Φρέντερ συνειδητοποιούν ότι έχουν εξαπατηθεί και ότι η αληθινή Μαρία βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Ο Φρέντερ αντιμετωπίζει τον Ρότβανγκ στη στέγη του ναού και ελευθερώνει τη Μαρία. Την ίδια στιγμή ο Φρέντερσεν εμφανίζεται και οι εργάτες τον απειλούν. Ο Γιόζαφατ τους πληροφορεί ότι τα παιδιά τους είναι ασφαλή χάρη στον Φρέντερ και στη Μαρία. Ο Ρότβανγκ πεθαίνει πέφτοντας από τη σκεπή, ενώ το πλήθος των εργατών συγκεντρώνεται στην είσοδο του ναού. Η Μαρία και ο Φρέντερ – ο διαμεσολαβητής της προφητείας – κηρύσσουν τη συμμαχία ανάμεσα στην εξουσία και στους εργαζόμενους και αναγκάζουν τον Φρέντερσεν και τον Γκροτ να δώσουν τα χέρια ως μια αρχή της μελλοντικής καλής τους συνεργασίας, “ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στα χέρια και στο μυαλό πρέπει να είναι η καρδιά”.
Πηγή : wikipedia.org