Ο Σερ Μάικλ Φίλιπ “Μικ” Τζάγκερ γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου 1943, στο Ντάρτφορντ της νοτιοανατολικής Αγγλίας, είναι Άγγλος μουσικός, τραγουδιστής και στιχουργός, γνωστός κυρίως ως ο βασικός τραγουδιστής και ιδρυτικό μέλος των Rolling Stones.
Η καριέρα του Jagger έχει διαρκέσει πάνω από έξι δεκαετίες και έχει χαρακτηριστεί ως “ένας από τους πιο δημοφιλείς και επιδραστικούς frontmen στην ιστορία του rock & roll”. Η ξεχωριστή φωνή του και οι ενεργητικές ζωντανές εμφανίσεις του, μαζί με το στυλ κιθάρας του Keith Richards , ήταν το σήμα κατατεθέν των Rolling Stones καθ ‘όλη τη διάρκεια της καριέρας του συγκροτήματος.
Σπούδασε στο London School of Economics πριν εγκαταλείψει τις σπουδές του για να συμμετάσχει στους Rolling Stones. Ο Jagger έχει γράψει τα περισσότερα από τα τραγούδια των Rolling Stones μαζί με τον Keith Richards. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Jagger πρωταγωνίστησε στις ταινίες Performance (1970) και Ned Kelly (1970). Ξεκίνησε μια σόλο καριέρα το 1985, κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ, She’s the Boss , και εντάχθηκε στο ηλεκτρικό supergroup SuperHeavy το 2009 (το SuperHeavy ήταν ένα εφάπαξ έργο supergroup που αποτελείται από τους Mick Jagger , Joss Stone , Dave Stewart , AR Rahman και Damian Marley). Οι σχέσεις με τα μέλη των Stones, ιδιαίτερα με τον Richards, επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, αλλά ο Jagger είχε πάντα μεγαλύτερη επιτυχία με το συγκρότημα, παρά με τα σόλο και τις παράλληλες συνεργασίες που έκανε.
Σε σχέση με την εμφάνιση των τραγουδιστών στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο Τζάγκερ είχε μία όχι καλαίσθητη εμφάνιση (εκκεντρική πόζα, υπερμεγέθη σαρκώδη χείλη, κοκαλιάρικο σώμα), την οποία όμως χειρίστηκε με μεγάλη επιδεξιότητα, μετατρέποντάς τη από μειονέκτημα σε όπλο του. Αλλοίωσε ακόμη και την προφορά του και στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 μετακινήθηκε από την καθωσπρέπει εμφάνιση σε μια πιο «αλήτικη» και περιθωριακή στάση, αντάξια ενός ιδιόρρυθμου ροκ. Την ιδιορρυθμία της εμφάνισης του, την “μετέφερε” και στους στίχους τραγουδιών, όπως τα «(Ι Can’t Get No) Satisfaction» και «Street Fighting Man», που άγγιζαν θέματα τα οποία μέχρι τότε αποτελούσαν ταμπού, όπως το σεξ, η αμφισβήτηση της θρησκείας και η μηδενιστική θεώρηση της ζωής. Οι προκλήσεις του Τζάγκερ ενισχύονταν μουσικά από τον Κιθ Ρίτσαρντς (με τα περίφημα ριφ του), αλλά και από τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ (Μπιλ Γουάιμαν, Τσάρλι Γουότς, Μπράιαν Τζόουνς, Ρον Γουντ και Μικ Τέιλορ).
Όλα όσα αποτυπωνόταν στους στίχους του Jagger, άρχισαν να επηρεάζουν και την πραγματική ζωή του. Οι πράξεις προσβολής της δημόσιας αιδούς, η κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών, καθώς και οι αναπόφευκτες προστριβές με το νόμο, χαρακτήριζαν τον ροκ τρόπο ζωής των «swinging 60s» και καθρέφτιζαν τις κοινωνικές αλλαγές που συντελούνταν στην αγγλική κοινωνία.
Τα πράγματα δεν άλλαξαν για τον Τζάγκερ ούτε τη δεκαετία του 1970. Ένας διαλυμένος γάμος, σύντομες ερωτικές σχέσεις με διάσημες γυναίκες, σπάταλη ζωή και απόσυρση σε εξωτικά μέρη του κόσμου ήταν καταστάσεις όχι άγνωστες στην αφρόκρεμα των ροκ μουσικών της εποχής, που είδαν τους εαυτούς τους να μετατρέπονται από “φτωχούς” σε εκατομμυριούχους μέσα σε ελάχιστα χρόνια.
Παρά τα πολλά προβλήματα που υπήρξαν τη δεκαετία του ’80, ο Τζάγκερ υπήρξε ο κύριος υπεύθυνος για την καλλιτεχνική ανάκαμψη των Rolling Stones, η οποία ξεκίνησε το 1989 με το άλμπουμ «Steel Wheels» και επιβεβαιώθηκε με το «Voodoo Lounge» του 1994.
Μετά από είκοσι χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ των Rolling Stones, ο Jagger αποφάσισε να κυκλοφορήσει μία δική του δουλειά ως σόλο καλλιτέχνης. Ήταν ο δίσκος «She’s The Boss» (1984) με συμπαραγωγούς τους Νάιλ Ρότζερς και Μπιλ Λάσγουελ και συμμετοχή των Τζεφ Μπεκ, Πιτ Τάουνσεντ και Χέρμπι Χάνκοκ. Μετά την επόμενη σόλο δουλειά του, το «Primitive Cool» (1987), αποφάσισε την επανασύνδεση των Rolling Stones για ζωντανές εμφανίσεις. Ήταν μία επιλογή επιτυχημένη εμπορικά, αλλά και καλλιτεχνικά, που όμως αναμενόμενα λειτούργησε σε βάρος της προσωπικής του παραγωγής. Έκτοτε έχει κυκλοφορήσει μόνο δύο σόλο άλμπουμ, τα «Wandering Spirit» (1992) και «Goddess In The Doorway» (2001).
Το 1989, ο Jagger εντάχθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame και το 2004 στο UK Music Hall of Fame με τους Rolling Stones. Ως μέλος των Rolling Stones, και ως σόλο καλλιτέχνης, έφτασε στο νούμερο ένα στα charts του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ με 13 singles, το top 10 με 32 singles και το top 40 με 70 singles.
Ο Τζάγκερ είναι παντρεμένος (και διαζευγμένος) μια φορά και είχε επίσης πολλές άλλες σχέσεις. Έχει οκτώ παιδιά με πέντε γυναίκες. Έχει επίσης πέντε εγγόνια και έγινε εγγονός το 2014, όταν η εγγονή του Ασίζη γέννησε μια κόρη. Η καθαρή αξία του Jagger εκτιμάται στα 360 εκατομμύρια δολάρια και βρίσκεται στην 5η θέση του καταλόγου με τους πλουσιότερους βρετανούς μουσικούς για το 2019.
Πηγή : en.wikipedia.org