Skip to main content

Το “A Love Supreme” είναι ένα άλμπουμ του Αμερικανού σαξοφωνίστα της τζαζ , John Coltrane. O Coltrane, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους μουσικούς του 20ου αιώνα, η τέχνη του οποίου ξεπερνά τα όρια της τζαζ. Μαζί με τους Κόλμαν Χόκινς, Λέστερ Γιάνγκ και Σόνι Ρόλινς αποτελούν την «αγία τετράδα» στο τενόρο σαξόφωνο.

Σε ηλικία 19 ετών, ο Τζον κατατάχθηκε στο Ναυτικό, αλλά δεν απομακρύνθηκε από τη μουσική, καθώς απασχολήθηκε στην μπάντα του Ναυτικού στη Χαβάη. Τον επόμενο χρόνο αποστρατεύθηκε κι έκανε διάφορες δουλειές, μέχρι να προσληφθεί στην μπάντα του Ντίζι Γκιλέσπι το 1949. Μαζί του παρέμεινε μέχρι το 1952. Στη συνέχεια δούλεψε με την ορχήστρα του Ιρλ Μπόστικ, του Έντι Βίνσον και το γκρουπ του Τζόνι Χότζες.

Το καλοκαίρι του 1955 γίνεται μέλος του συγκροτήματoς του Μάιλς Ντέιβις. Θα παραμείνει μαζί του για περίπου ένα χρόνο, στη διάρκεια του οποίου θα διαμορφώσει το στυλ του και θα πάρει πολύτιμα μαθήματα από τον Μάιλς για το πώς στήνεται και διευθύνεται μια ορχήστρα.

Ο Τζον είχε δύο μεγάλες αδυναμίες, που αποδείχθηκαν καθοριστικές για τη ζωή του: το ποτό και την ηρωίνη. Ο γάμος του με μια αμερικανίδα μουσουλμάνα, την Ναίμα, θα τον βοηθήσει να τα ξεπεράσει, μέσα από το ενδιαφέρον που έδειξε για τη μελέτη και τα διδάγματα του σουφισμού, ενός πνευματικού κινήματος στους κόλπους της Μουσουλμανικής θρησκείας. Το 1957 ο Κολτρέιν δουλεύει με τον μεγάλο πιανίστα Θελόνιους Μονκ. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί το ντεμπούτο άλμπουμ του με τον τίτλο «Blue Train».

Τo 1958 ξανασυναντά τον Μάιλς Ντέιβις και θα παραμείνει μαζί του ως το 1960. Θα συμμετάσχει στις ηχογραφήσεις δύο πολύ σπουδαίων άλμπουμ του (Milestones και Kind of Blue), ενώ κυκλοφορεί το προσωπικό του «Giant Steps». Την εποχή εκείνη αρχίζει να παίζει σοπράνο σαξόφωνο, ένα όργανο ξεχασμένο από τον κόσμο της τζαζ.

To 1960 υπογράφει με την Impulse, ενώ το 1964 επανέρχεται δριμύτερος και το κουαρτέτο του (Τζόουνς, Μακόι Τάνερ και Τζίμι Γκάριζον στο μπάσο), ηχογραφεί τον περίφημο δίσκο του «A Love Supreme», που θεωρείται το αριστούργημά του. Το ηχογράφησε σε μία συνεδρία στις 9 Δεκεμβρίου 1964, στο Van Gelder Studio στο Englewood Cliffs , στο Νιου Τζέρσεϊ, ηγούμενος ενός κουαρτέτου με τον πιανίστα McCoy Tyner , τον μπασίστα Jimmy Garrison και τον ντράμερ Elvin Jones.

Πρόκειται για μια τετραμερή σουίτα, διάρκειας 33 λεπτών, μία ωδή στην Πίστη και την αγάπη στον Θεό (όχι κατ’ ανάγκη τον Θεό των Χριστιανών). Άλλωστε, ο Κολτρέιν είχε μελετήσει ινδουισμό, καμπάλα, γιόγκα, σούφι, αστρολογία, αφρικανική ιστορία, πυθαγόρειους, Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Παρότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα απαιτητικό έργο, με στοιχεία ατονικής μουσικής, αποτέλεσε εμπορική επιτυχία για τα μέτρα της τζαζ.

Οι πνευματικές του ανησυχίες θα καθορίσουν και θα χαρακτηρίσουν τη μουσική του έως το τέλος της ζωής του, με άλμπουμ, όπως τα «Meditations», «Ascension» και «Interstellar Space». Ο Τζον Γουίλιαμς Κολτρέιν πέθανε από κίρρωση του ήπατος στις 17 Ιουλίου 1967.