71 χρόνια έχουν περάσει από την πρεμιέρα του «Κονσέρτου του Αρανχουέθ» του Χοακίν Ροδρίγο. Μιας σύνθεσης που όχι μόνο είναι το πιο διάσημο κομμάτι για κιθάρα, αλλά που υπήρξε και το επίσημο μουσικό αριστούργημα του “Φρανκισμού”.
Το Concierto de Aranjuez («Κονθιέρτο ντε Αράνχουεθ», όπως προφέρεται στα ισπανικά), είναι ουσιαστικά ένα κοντσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα. Γράφτηκε το 1939 στο Παρίσι από τον 38χρονο τότε Ροδρίγο σε μια εποχή, που η χώρα του βίωνε την τελευταία φάση του Εμφυλίου Πολέμου και η Ευρώπη βρισκόταν στα πρόθυρα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί, ζούσε με την σύζυγο του, πιανίστρια Βικτώρια Καμχί και είχε γίνει φίλος με τον πιανίστα Αλφρέντ Κορτώ, μετέπειτα Υπουργό Πολιτισμού της κυβερνήσεως του Βισύ. Όπως δηλώνει και ο τίτλος του είναι ένα κονσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα, εμπνευσμένο από τους κήπους του Αρανχουέθ και το θερινό παλάτι των Βουρβώνων, που κτίστηκαν από τον Φίλιππο τον Βʼ στα τέλη του 16ου αιώνα και ξανακτίστηκαν στα τέλη του 18ου αιώνα από τον Φερδινάνδο τον ΣΤʼ.

Palacio Real de Aranjuez
Το Παλάτι του Αρανχουέζ (Palacio Real de Aranjuez) βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Μαδρίτη και αποτελεί τη θερινή κατοικία της βασιλικής οικογένειας της Ισπανίας. Ο τυφλός συνθέτης, που είχε χάσει την όρασή του σε ηλικία τριών ετών, θέλησε να αποδώσει την ατμόσφαιρα του εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος στην προοπτική του χρόνου.
Η πρεμιέρα του έργου, δόθηκε στις 9 Νοεμβρίου 1940 στη Βαρκελώνη. Τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βαρκελώνης διηύθυνε ο Θέσαρ Μεντόθα, με σολίστ τον κιθαρίστα Ρεχίνο Σάινθ ντε λα Μάθα, στον οποίο ο Ροδρίγο αφιέρωσε το έργο.
Το Κοντσέρτο του Αρανχουέζ αποτελείται από τρία μέρη: Allegro con spirit – Adagio – Allegro gentile
Ο Χοακίν Ροδρίγο γεννήθηκε στο Σεγκούντο της Βαλένθιας ανήμερα της Αγίας Κιλικίας, προστάτιδας της μουσικής, στις 22 Νοεμβρίου 1901. Σε ηλικία 3 ετών, ο μικρός Χοακίν έχασε σχεδόν την όραση του, εξαιτίας μιας επιδημίας διφθερίτιδας, γεγονός που τον έσπρωξε να μάθει μουσική. Σε ηλικία 8 ετών άρχισε να σπουδάζει σολφέζ, πιάνο και βιολί. Θα σπουδάσει αρμονία και σύνθεση με τον Φρανκίθκο Αντίχ και το 1927 θα κάνει μετεκπαίδευση με τον Πωλ Ντουκάς στην «Εθνική Σχολή Μουσικής του Παρισιού». Εκεί θα γνώριζε μουσικές διασημότητες της εποχής, όπως ο Ντάριους Μιλώ, ο Μωρίς Ραβέλ και ο Μανουέλ ντε Φέλλα, που έγινε ο μέντορας του.
Ο Ροδρίγο άρχισε να συνθέτει από την ηλικία των 21 ετών. Τα πρώτα του έργα δείχνουν μία επίδραση από τον Ραβέλ και τον Στραβίνσκυ, αλλά το σύνολο του έργου του θα είναι επηρεασμένο από το σύνολο της Ισπανικής παράδοσης: από την μεσαιωνική μουσική μέχρι την μελοποίηση σύγχρονων ποιητών.
Concierto de Aranjuez
Πρόκειται για ένα νοσταλγικό έργο που θέλει να μεταφέρει τον ακροατή, στην Ισπανία του 16ου αιώνα. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Ροδρίγο, το πρώτο μέρος «κινείται από ένα ρυθμικό πνεύμα και μια δύναμη χωρίς κανένα από τα δύο θέματα να διακόπτουν το αδιάκοπο βήμα του». Το δεύτερο μέρος «εκπροσωπεί ένα διάλογο ανάμεσα στην κιθάρα και τα σόλο όργανα» (εγγλέζικο κόρνο, όμποε κλπ) και το τελευταίο μέρος «φέρνει στον νου έναν αυλικό χορό, στον οποίο ο συνδυασμός ενός διπλού και τριπλού χρόνου διατηρεί ένα πολύ γρήγορο τέμπο μέχρι το τέλος». Περιέγραφε δε το κονσέρτο, ως ένα έργο «που συλλαμβάνει το άρωμα από τις μανόλιες, το τραγούδι των πουλιών και το ανάβρυσμα των συντριβανιών» στους κήπους του Αρανχουέζ. Με άλλα λόγια τις ομορφιές που ένας τυφλός, όπως ο ίδιος ο Ροδρίγο, θα μπορούσε να εκτιμήσει.
Η μπαρόκ φόρμα του κομματιού ταιριάζει με την επισημότητα του μέρους, αλλά οι χοροί του πρώτου και του τρίτου μέρους και η αξεπέραστη μελωδία του δεύτερου μέρους, έχουν τις ρίζες τους σε παλιά λαϊκά μουσικά στυλ της Ισπανίας. Έτσι έχουμε ένα κομμάτι όπου ο μουσικός εθνικισμός της Ισπανίας συνδυάζεται με την ιδιοφυία του Ροδρίγο να γράφει συναρπαστικές ενορχηστρώσεις και εύληπτες μελωδίες.
Το πρώτο μέρος, το Allegro con spirit είναι γεμάτο ενέργεια και δύναμη και επηρεασμένο από τα φαντάγκο, τους παραδοσιακούς χορούς της Ισπανίας. Είναι δε κτισμένο σε διάφορες μουσικές εναλλαγές. Υπάρχει η παραδοσιακή εναλλαγή ανάμεσα στο σόλο όργανο και την ορχήστρα, η θεματική εναλλαγή ανάμεσα στις χορδές της κιθάρας και μελωδία που παίζουν τα βιολιά και η ρυθμική εναλλαγή ανάμεσα στον ρυθμό των 6/8 και των 3/4. Είναι δε χαρακτηριστικό πως τοποθετεί την πιο ήρεμη κιθάρα απέναντι στην πλήρη ορχήστρα.
Το δεύτερο μέρος είναι το Adagio, από τα πιο αναγνωρίσιμα κομμάτια κλασσικής μουσικής του 20ου αιώνα. Είναι εμπνευσμένο από την σαέτα, ένα θρησκευτικό θρήνο που ψέλνεται την Μεγάλη Εβδομάδα. Η κιθάρα και το εγγλέζικο κόρνο εναλλάσσουν συνεχώς το θέμα και η ορχήστρα μιμείται το προσκύνημα των πιστών στον δρόμο.
Τέλος το Allegro gentile είναι ένας ιδιοφυής συνδυασμός μπαρόκ αντίστιξης και λαϊκών χορών.
Για πολλά χρόνια, πολλοί είκαζαν τι ήταν εκείνο που ενέπνευσε τον Ροδρίγο να γράψει το μελαγχολικό, αλλά διάσημο δεύτερο μέρος. Υπήρχαν φίλοι του συνθέτη που δήλωναν ότι το έγραψε εμπνευσμένος από τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα. Όμως η Βικτώρια Καμχί θα αποκάλυπτε ότι όταν ο Ροδρίγο συνέθετε το δεύτερο μέρος, εκείνη απέβαλλε στο πρώτο τους παιδί. Όπως λέει και ο κλασσικός κιθαρίστας Πέπε Ρομέρο, το δεύτερο μέρος «είναι μια προσευχή και μια συζήτηση με τον Θεό. Στο δε τέλος νοιώθει κανείς την άνοδο της ψυχής του αγέννητου παιδιού να φτάνει στα ουράνια».
Κόντρα στους μουσικούς πειραματισμούς της εποχής (Σένμπεργκ), το «Κονσέρτο του Αρανχουέθ» υπήρξε ένα εθνικό αριστούργημα που απεικονίζει μουσικά την ιστορία, την μουσική παράδοση και την γεωγραφία της Ισπανίας. Να σημειωθεί ότι το έργο, υιοθετήθηκε αμέσως από το εθνικιστικό καθεστώς του Φράνκο.
Το κεντρικό μέρος adagio είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα στη κλασσική μουσική του 20ου αι., που χαρακτηρίζει την αλληλεπίδραση της κιθάρας με το cor anglais. Αυτό το μέρος προσαρμόστηκε αργότερα από τον μουσικό δημιουργό της τζαζ Gil Evans για το άλμπουμ του, το 1960″Miles Davis SKETCHES OF SPAIN”. Το Concerto προσαρμόστηκε από τον ίδιο τον συνθέτη για τη Harp & Orchestra κατόπιν αιτήματος του Nicanor Zabaleta κι εκτελέστηκε από κείνον.
Ο Ροδρίγο είχε ήδη γράψει δύο κομμάτια για σκέτο σόλο κιθάρα πριν από αυτό το έργο: En Jos Trigales & Sarabande lointaine.
Με το Concierto ο Rodrigo δεν έγραψε μόνον ένα πετυχημένο κομμάτι σε ένα ασυνήθιστο ύφος, έτρεξε επίσης μια τολμηρή σειρά σόλο συγχορδιών στο όργανο του συνοδευτικού συγκροτήματος , η κιθάρα «αντιμετώπισε μια πλήρη ορχήστρα με ένα πρωτόγνωρο θάρρος ». Ωστόσο, ο ήχος της ορχήστρας δεν υπερκάλυπτε την κιθάρα, αντιθέτως, «η κιθάρα παραμένει σόλο όργανο σε ολόκληρο το μήκος του κομματιού».
Η επιτυχία αυτού του κονσέρτου οδήγησε σ’ εκτελέσεις από διάφορους εξέχοντες σολίστες, όπως ο Nicanor Zabaleta, για τον οποίον ο Rodrigo αφιέρωσε το Concierto serenata για άρπα κι ορχήστρα, με σολίστα τον Julian Lloyd Webber, για τον οποίο συνέθεσε το Concierto como un divertimento, για τσέλο κι ορχήστρα, του James Galway, για τον οποίο συνέθεσε το ποιμενικό Concierto για φλάουτο κι ορχήστρα. Το 1954 συνέθεσε το Fantasía para un gentilhombre κατόπιν αιτήματος του Andrés Segovia. Τέλος, το Concierto Andaluz, για 4 κιθάρες κι ορχήστρα, ανατέθηκε στον Celedonio Romero για τον εαυτό του και τους 3 γιους του. Ωστόσο, κανένα από τα έργα του δεν πέτυχε τη δημοτικότητα και τη σημαντική επιτυχία του Concierto de Aranjuez και της Fantasia para un gentilhombre. Αυτά τα 2 έργα συσχετίζονται και μπερδεύονται πολύ συχνά σε καταγραφές.
Του απονεμήθηκε το υψηλότερο βραβείο που θα μπορούσε να δοθεί ποτέ σε μουσικό, για τη σύνθεση, το Premio Nacional de Música, το 1983. Στις 30 Δεκέμβρη 1991 ο Rodrigo δέχθηκε και μπήκε στην ισπανική αριστοκρατία καθώς έλαβε από τα χέρια του βασιλιά Juan Carlos I τον κληρονομικό τίτλο Marqués de los Jardines de Aranjuez. Έλαβεν επίσης το βραβείο Prince of Asturias -η ανώτατη πολιτική τιμή της Ισπανίας- το 1996. Ονομάστηκε, τέλος, διοικητής του Τάγματος Τεχνών από τη γαλλική κυβέρνηση το 1998.
Ο Rodrigo πέθανε στις 6 Ιουλίου 1999 στη Μαδρίτη σε ηλικία 97 ετών κι η κόρη του τον διαδέχθηκε ως Marquesa de los Jardines de Aranjuez.
Εν κατακλείδι, τι ξεχωρίζει το Concierto από άλλες συνθέσεις με ισπανικό χρώμα κai είναι αμέσως εμφανές στον τίτλο;
Προφανώς είναι είναι το γεγονός ότι δεν ήταν η Ισπανία σαν σύνολο που έδωσε την έμπνευση, αλλά μια συγκεκριμένη περιοχή στην οποία ο Ροδρίγο είχε στο μυαλό του. Έναν αρκετά συγκεκριμένο ιστορικό τόπο (το Aranjuez), μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή (προς το τέλος του εμφυλίου) και σίγουρα ότι ο Rodrigo ήθελε να διεγείρει αρκετά συγκεκριμένα συναισθήματα: «μνήμες προηγούμενων χρόνων, των υπέροχων κήπων του Aranjuez με τις κρήνες τους, τα δέντρα τους, τα πουλιά τους.
Όλα αυτά, αφήσανε το στίγμα τους στο κοινό στη πρώτη παράσταση του κονσέρτου στη Βαρκελώνη στις 9 Νοέμβρη 1940.
Πηγή : en.wikipedia.org