Skip to main content

Της Βάσιας Παρασκευοπούλου

 

.YELLOWBOX. ΣΟΛΙΣΤΕΣ. 

Ανέσυρε από το συρτάρι του χρόνου το ξεχασμένο, σχεδόν αφανισμένο όργανο της πολίτικης λύρας. Ακολουθώντας μια ήσυχη, διακριτική διαδρομή ανέπτυξε από παιδί μια στέρεη βάση και σήμερα ανήκει στους κορυφαίους δεξιοτέχνες του κόσμου συνδέοντας άρρηκτα το όνομα του με τον ήχο και τις δυνατότητες αυτού του οργάνου. Ως μουσικός έχει συμμετάσχει σε πλήθος από συναυλίες και ηχογραφήσεις ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών ενώ, ταυτόχρονα, ως δημιουργός και μουσικοσυνθέτης υπογράφει το τελικό αποτέλεσμα του «Sokratis Sinopoulos Quartet». Με τη φήμη του να ξεπερνά τα εθνικά σύνορα, ο Σωκράτης Σινόπουλος ιχνηλατεί την επαφή ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν, ανάμεσα σε παράδοση και jazz, και παίρνοντας υλικό και ψηφίδες απ’ το καθένα, δημιουργεί ένα ιδιαίτερο μουσικό σύμπαν που έχει σαν κέντρο του τρεις χορδές κι ένα δοξάρι.

 

Α Φ Ι Ε Ρ Ω Μ Α :

Σ   Ο   Λ   Ι   Σ   Τ   Ε   Σ

 

Η πολίτικη λύρα, όπως υποδηλώνει και το όνομα της, ταυτίζεται άμεσα με την Κωνσταντινούπολη ή αλλιώς Istanbul, μια πόλη που με τη σειρά της σηματοδοτεί ένα σημείο επαφής μεταξύ Ανατολής και Δύσης.  

 
Β: Πώς όμως μεταφράζεται αυτό σε προσωπικό επίπεδο; Πώς ξεκινάει η δική σας διαδρομή σ’ αυτό το μονοπάτι;

Σ: Αρχικά, ως παιδί, είχα ξεκινήσει μαθήματα κλασσικής κιθάρας. Σπούδασα στο Ωδείο και πήρα μια στέρεη μουσική παιδεία. Παράλληλα, επειδή οι γονείς μου ήταν εξαιρετικά φιλόμουσοι, κι έψαχναν ενδιαφέροντα πράγματα, άρχισα επίσης να πηγαίνω και στη μοναδική χορωδία που υπήρχε τότε παιδικού τραγουδιού και βυζαντινής μουσικής. Δίπλα στον Γιάννη τον Τσιαμούλη έμαθα για τη βυζαντινή μουσική και τη σημειογραφία της και τραγούδησα ένα μεγάλο κομμάτι του ρεπερτορίου των ελληνικών παραδόσεων. Έτσι συνέβη κι έχω τα θεμέλια και στους δυο αυτούς πόλους, της ευρωπαϊκής και της βυζαντινής μουσικής, που τότε ήταν δυο πόλοι πολύ απομακρυσμένοι ο ένας απ’ τον άλλον.

Η πολίτικη λύρα παιζότανε στην Πόλη από αιώνες και μέχρι και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Είναι το όργανο που έπαιζαν οι Ρωμιοί όπως λέγονται οι Έλληνες της Πόλης. Ωστόσο, μετά κι από την ανταλλαγή, το συγκεκριμένο όργανο άρχισε διαδοχικά να περνάει στα χέρια Τούρκων μουσικών στην Κωνσταντινούπολη.Το 1988, παρ’ όλα αυτά, θα γίνουνστην Αθήνα δυο σημαντικές συναυλίες με την συμμετοχή δυο σπουδαίων λυράρηδων. Ο ένας είναι ο Ross Daly κι ο άλλος ο Ihsan Ozgen. Ακούγοντας τους, ο Σωκράτης Σινόπουλος ανακαλύπτει για πρώτη φορά την ύπαρξη αυτού του οργάνου καθώς και το ιδιαίτερο ηχόχρωμα που το συνοδεύει. Αμέσως, θα νιώσει κάτι να τον αγγίζει, να τον συγκινεί όπως λέει. Λίγο καιρό μετά, οι γονείς του, αφουγκραζόμενοι αυτό το συναίσθημα, θα τον βοηθήσουν να το ακολουθήσει.

Σ: Βρήκαμε τον Ross Daly και ξεκίνησα μαζί του μαθήματα. Εξαιτίας των προηγούμενων σπουδών μου χρειάστηκαν μόνο λίγες συναντήσεις κι έπειτα ο Ross με πήρε κοντά του για να παίξω. Στα 15 μου εμφανιζόμουν με την ομάδα του στη μουσική σκηνή Ραβάναστρον. Αυτή ήταν η μαθητεία μου κι αυτό ήταν μάλλον κι ό,τι πιο σπουδαίο θα μπορούσα να έχω από άποψη γνώσης. Όλο αυτό ήταν κάτι σαν όνειρο για εμένα. Εκείνη την περίοδο ο Ross Daly εμφανιζότανε με μικρά σχήματα. Η σύνθεση ήταν μικτή και συχνά παίζαμε και μαζί με μουσικούς που ήτανε πολιτικοί πρόσφυγες. Ήταν μαζί μας ένας Σύριος, ένας Τούρκος. Όλοι καταπληκτικοί μουσικοί. Εξαιτίας όλων αυτών των επιρροών, μετακινήθηκα τότε ακόμη πιο βαθιά στο κομμάτι της Ανατολής αρχίζοντας να έχω νέα ακούσματα. Μπήκα στη μουσική της Περσίας, της Αραβίας, της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, της Ινδίας, της Βόρειας Αφρικής, των Βαλκανίων. Σ’ αυτό το σημείο της ζωής μου νομίζω πως ο κόσμος, μέσω της μουσικής, είχε ήδη αλλάξει αποκτώντας εντελώς διαφορετικές διαστάσεις για εμένα.

Ο Λάμπρος Λεοντιάδης ήταν ο τελευταίος Ρωμιός Κωνσταντινουπολίτης λυράρης και η Δόμνα Σαμίου τον είχε γνωρίσει, έχοντας ζήσει το τέλος, το φαινομενικό τέλος του νήματος που συνέδεε αυτό το όργανο με την ιστορική του διαδρομή. Όπως ήταν φυσικό, μόλις άκουσε για ένα νεαρό παιδί που είχε επαναφέρει την πολίτικη λύρα στο εγχώριο μουσικό τοπίο, θέλησε αμέσως να έρθει σε επαφή.

Από εκείνο το σημείο και μετά ο Σωκράτης Σινόπουλος ξεκινάει κοντά της μια μεγάλη, παράλληλη διαδρομή που εξελίσσετε σε μια σημαντική, μακροχρόνια συνεργασία. Επιπλέον, σε βάθος χρόνου, συνεργάζεται και με ένα πλήθος από άλλους καλλιτέχνες. Η λίστα είναι μεγάλη και περιλαμβάνει μια σειρά από ονόματα που φτάνουν μέχρι και την Loreena Mckennitt. Στα χρόνια που ακολουθούν θα παίξει επίσης για το σινεμά, και την «Πολίτικη Κουζίνα» της Ευανθίας Ρεμπούτσικα, αλλά και για το θέατρο, συνεργαζόμενος με την Ελένη Καραΐνδρου. Στον απόηχο όλων αυτών των εμπειριών, λίγο νωρίτερα, έχει επίσης φτιάξει μαζί με την Κατερίνα Παπαδοπούλου και τον Περικλή Παπαπετρόπουλο το μουσικό σχήμα «Ανατολικής Πόλις». Σημείο καμπής, αποτελεί ωστόσο η στιγμή που θα συμμετάσχει στη συναυλία «Athens Concert», μια συναυλία που δόθηκε στο Ηρώδειο σε συνεργασία με τη Μαρία Φαραντούρη αλλά και τον εμβληματικό σαξοφωνίστα Charles Lloyd.

Σ: Η επαφή μου με τον Charles Lloyd ήταν το τελευταίο κομμάτι που μου έλειπε για να αισθανθώ έτοιμος ως δημιουργός. Μέχρι τότε υπήρχε μια αυστηρή διαχωριστική γραμμή που έμπαινε ανάμεσα στα μουσικά είδη, υπήρχαν όρια που ένιωθα να με καταπιέζουν. Μετά τη συνάντηση μου με τον Charles Lloyd αντιλήφθηκα όμως πως αυτές οι διαχωριστικές γραμμές μπορούσαν να ξεπεραστούν. Αμέσως ένιωσα μια ελευθερία. Ξαφνικά υπήρχε ακόμη περισσότερος χώρος, υπήρχε πραγματική απλωσιά.

Με στόχο την περεταίρω εξερεύνηση αυτού του καινούργιου εκφραστικού τοπίου, ο Σωκράτης Σινόπουλος περνάει στο επόμενο βήμα και δημιουργεί το μουσικό κουαρτέτο «Sokratis Sinopoulos Quartet». Συνδυάζοντας τον αυτοσχεδιασμό, το ύφος της jazz, ήχους παραδόσεων, σύγχρονα μουσικά ρεύματα αλλά και κλασσική μουσική, η μπάντα αναπτύσσει ένα ζωντανό διάλογο ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση με τον πλέον αριστοτεχνικό αλλά και πολυσήμαντο τρόπο.

Σ: Είχα συγκεντρωμένο υλικό κι αυτή ήταν κι η βάση πάνω στην οποία ξεκίνησα να δουλεύω μαζί με μια ομάδα μουσικών με τους οποίους επιδίωξα να έρθουμε κοντά. Πρόθεση μου ήταν να συνδυαστούν διαφορετικά πράγματα κι έτσι, το όργανο της πολίτικης λύρας ενώνεται εδώ με πιάνο, μπάσο και κρουστά. Οι υπόλοιποι μουσικοί, και μέλη του κουαρτέτου είναι, αντίστοιχα, ο Γιάννης Κιριμκυρίδης, ο Δημήτρης Τσεκούρας και ο Δημήτρης Εμμανουήλ.

»Μέσα απ’ αυτή τη διαδρομή αναζητώ αφενός τη φωνή της πολίτικης λύρας κι αφετέρου θέλω αυτή η φωνή να είναι διανθισμένη από ένα σύγχρονο, οικουμενικό ήχο. Η φωνή της λύρας έχει ένα λυγμό. Συναισθηματικά και ιστορικά, ο ήχος είναι φορτισμένος. Δεν μπορώ να αγνοήσω ή να υποτιμήσω αυτή την παράμετρο, κι ούτε κι επιθυμώ να το κάνω. Οι μνήμες που τη συνοδεύουν με αφορούν, όμως, από την άλλη, χρειάζομαι και μια ισορροπία. Γι’ αυτό και δεν εμμένω στο παρελθόν, αλλά δημιουργώ με τη μουσική ένα τόξο – αντίστοιχο μ’ εκείνο της λύρας. Σ’ αυτό το τόξο υπάρχει ένα κομμάτι που ακουμπά το χτες, ένα δεύτερο που ακουμπά το σήμερα, κι ένα τρίτο που επιθυμεί να έχει μια κίνηση, μια τάση προς το μέλλον. Αισθάνομαι πως κάθε μορφή τέχνης αναζητά μια τέτοια επαφή, αναζητά το να δημιουργήσει και κάτι πέρα απ’ το εφήμερο.

 width=

Από τη εποχή της συνεργασίας του με την Ελένη Καραΐνδρου, ο Σωκράτης Σινόπουλος διατηρούσε μια επαφή με τον φημισμένο Manfred Eicher, έναν από τους ιδρυτές της ανεξάρτητης και παγκοσμίου εμβέλειας δισκογραφικής εταιρίας ECM. Αυτή θα είναι τελικά κι η εταιρία που θα φιλοξενήσει τη δουλειά του. Το πρώτο άλμπουμ του «Sokratis Sinopoulos Quartet» κυκλοφορεί σε διεθνή διανομή το 2015 κι έχει τον τίτλο “Eight Winds”.

Σ: Ουσιαστικά αυτή η δουλειά είναι το αποτύπωμα όλων των παραπάνω. Ο τίτλος του άλμπουμ αναφέρεται στους οχτώ ανέμους, όπου μεταφορικά, αυτοί οι οχτώ άνεμοι είναι κι όλες οι μουσικές, τα διαφορετικά είδη και τα όρια τους. Στο κέντρο όλων αυτών των ανέμων θα βρεθεί εδώ ένας άνθρωπος, εκτεθειμένος απέναντι σ’ όλους αυτούς τους ανέμους που τον χτυπούν, σπρώχνοντας τον με τη δύναμη τους προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Το ζητούμενο, ωστόσο, του ίδιου του ανθρώπου είναι να μην αφήσει κανέναν απ’ αυτούς τους οχτώ ανέμους να υπερισχύσει συμπαρασύροντας τον μαζί του.

 width=
Β: Υπάρχει δηλαδή μια ιστορία και μια δραματουργία σ’ αυτό το c.d. ;

Σ: Ναι, υπάρχει. Όμως η αλήθεια είναι πως αυτό οφείλεται περισσότερο στον Manfred Eicher. Δηλαδή έπρεπε κι εγώ να γνωρίσω αυτόν τον άνθρωπο για να καταλάβω πως ένα μουσικό άλμπουμ δεν αφορά απαραίτητα μόνο μια σκόρπια συρραφή κομματιών, αλλά μπορεί να εμπεριέχει και μια ροή, και μια δραματουργία. Στο πρώτο άλμπουμ, αυτή τη δραματουργία τη χτίσαμε μαζί, ενώ, στο αμέσως επόμενο άλμπουμ ήμουν κι εγώ πιο έτοιμος για να επεξεργαστώ αυτή την πληροφορία από μόνος μου.

»Στο “Μetamodal”, όπου είναι το επόμενο άλμπουμ, κινούμαστε στην ίδια κατεύθυνση από άποψη ύφους, με τη μόνη διαφορά ότι εδώ αυτό το ύφος εξελίσσεται ακόμη περισσότερο. Ο χρόνος λειτούργησε προσθετικά κι έτσι δοκιμάζουμε και κάποια πιο τολμηρά πράγματα. Το “Μetamodal” υποδηλώνει άλλωστε και σαν λέξη όλη αυτή την τάση, αφού το “Modal”, τεχνικά, είναι ένας πολύ συγκεκριμένος όρος που έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο χτίζουμε μουσική πάνω σε κάτι που είναι ήδη γνωστό. Αφορά δηλαδή τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η μουσική, και τους κανόνες πάνω στους οποίους πατάμε. Αν ωστόσο αναλύσεις διεξοδικά αυτό το σύστημα κανόνων, μπορείς να οδηγηθείς και προς κάτι επόμενο, το “μετά/ Meta” του. Κάνοντας αυτό το βήμα, του “Μetamodal”, βρίσκεσαι όμως σε κάτι άγνωστο, είναι μια πιο πειραματική οδός. Κι αυτό ακριβώς κάνουμε κι εμείς εδώ, και γι’ αυτό και γινόμαστε και πιο ριψοκίνδυνοι όσον αφορά το αποτέλεσμα. Εδώ ο ήχος είναι πιο σκληρός σε σημεία, πιο επιθετικός, ενοχλητικός ίσως.

 width=

»Επιθυμία μου είναι να ολοκληρωθεί αυτός ο κύκλος και με ένα επόμενο άλμπουμ που θα κλείνει την τριλογία. Για εμένα, όλη αυτή η δουλειά είναι κάτι ενιαίο, που συνδέεται και με το ερευνητικό, ακαδημαϊκό μου κομμάτι καθώς και με τα μαθήματα που διδάσκω στο Πανεπιστήμιο. Αυτή η μουσική, συγκεντρώνει δηλαδή μια ευρύτερη δική μου αναζήτηση σε σχέση με το “Modal”, που είναι το πως φτάσαμε ως εδώ, και το “Μetamodal”, που είναι το που μπορούμε να οδηγηθούμε αν αρχίζουμε να αλλάζουμε σημεία της βάσης. Μέσα απ’ αυτό, ας πούμε, πως πάμε πίσω στην ίδια τη γέννηση της μουσικής, το big bang του μουσικού σύμπαντος, κι από εκεί αρχίζουμε να πειράζουμε και τα κομμάτια του. Μετακινώντας κομμάτια που αφορούν την αρχή, αναπόφευκτα αλλάζει και η δομή και η εξέλιξη του “Modal”. Κι άρα αναπόφευκτα οδηγείσαι σ’ ένα άλλο μουσικό σύμπαν.

»Στην εποχή που ήμουνα παιδί, άκουγα ανθρώπους να λένε δίπλα μου πως αυτό που μας παραδόθηκε δεν θα έπρεπε να το πειράξουμε. Όμως, η μουσική αλλάζει, όπως κι ο άνθρωπος, όπως κι ο κόσμος, όπως και το σύμπαν.

Β. Κύριε Σινόπουλε ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η κουβέντα μαζί σας. Ευχαριστώ για τον χρόνο σας.
Σ: Εγώ ευχαριστώ
 

Πέρα από μουσικός, ο Σωκράτης Σινόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας καθώς και πρόεδρος του Καλλιτεχνικού Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου. Ο Σύλλογος είναι εξαιρετικά ενεργός και συνεχίζει το έργο της μέσα από διάφορες δράσεις, όπως θα το ήθελε κι η ίδια. Επιπλέον τα τελευταία χρόνια ο Σύλλογος διοργανώνει πολιτιστικές συναντήσεις στις οποίες λαμβάνουν μέρος νέα συγκροτήματα παραδοσιακής μουσικής από όλη την Ελλάδα.