Skip to main content

Της Βάσιας Παρασκευοπούλου

.YELLOWBOX. ΣΟΛΙΣΤΕΣ.

Το κλαρίνο, αποτελεί για τον Θανάση Βασιλόπουλο μια προέκταση των χεριών, των δακτύλων αλλά και της ψυχής του ολόκληρης. Είναι ο ήχος της φωνής του, είναι οι λέξεις με τις οποίες επικοινωνεί με τον κόσμο, είναι τα βήματα μιας διαδρομής που θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηριστεί «μυθιστορηματική». Μεγαλωμένος σε φτωχικές συνθήκες, συχνά περπατούσε όσο ήταν ακόμη παιδί παίζοντας μουσική στο δρόμο, και κατ’ αυτόν τον τρόπο, διένυσε και την μεγάλη απόσταση μέχρι τα όνειρα του. Σήμερα είναι ένας από τους σημαντικότερους, και πλέον καταξιωμένους βιρτουόζους στο είδος του, όπου έχοντας μετουσιώσει όλα τα βιώματα του σε μουσική, παίζει με το υλικό της καρδιάς του αγγίζοντας τις καρδιές χιλιάδων άλλων ανθρώπων. Η δουλειά του περιλαμβάνει δεκάδες συνεργασίες, σολίστ εμφανίσεις, δίσκους αλλά και προσωπικά project ανατρεπτικής διάθεσης. Η βάση μου είναι η παράδοση, θα μου πει, ωστόσο, αυτή η βάση, μέσα από το δημιουργικό του ταλέντο, καταφέρνει στην περίπτωση του να συμπράττει αρμονικά μέχρι και με είδος της ηλεκτρονικής μουσικής ή του deep house.

Α Φ Ι Ε Ρ Ω Μ Α :

Σ   Ο   Λ   Ι   Σ   Τ   Ε   Σ

Ο Θανάσης Βασιλόπουλος κατάγεται από μια φημισμένη οικογένεια Ρομά μουσικών. Ο πατέρας του ήταν ο Γιώργος κι ο θείος του ο Γιάννης Βασιλόπουλος, που συχνά αναφέρεται στην ιστορία της μουσικής ως το «χρυσό κλαρίνο». Μεγαλώνοντας σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου τα μουσικά ερεθίσματα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας, κατά τρόπο φυσικό, ο Θανάσης Βασιλόπουλος ξεκινάει την ενασχόληση του με το κλαρίνο από πολύ νωρίς.

Β: Ήμουν πολύ μικρός όταν έπιασα για πρώτη φορά το κλαρίνο στα χέρια μου. Μόλις τεσσάρων χρονών προσπάθησα να παίξω. Ο πατέρας μου μου έδειξε κάποια πράγματα και λίγο αργότερα μου αγόρασε κι εμένα ένα δικό μου όργανο – ένα μικρό κλαρίνο, ένα κουαρτίνο. Θυμάμαι πως από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα περνούσα όλη την ημέρα μου μ’ αυτό. Σύντομα, είχα καταφέρει να βγάζω και κανένα τραγουδάκι οπότε και μάζεψα όλους τους φίλους μου για να κάνουμε μπάντα. Βγήκαμε να παίξουμε στα καφενεία. Ήμασταν όλα πιτσιρίκια, τα υπόλοιπα παιδιά κουβαλούσαν αυτοσχέδια όργανα, όμως εγώ ήμουν ενθουσιασμένος που για πρώτη φορά άκουγα το κλαρίνο μου με τη συνοδεία άλλων «οργάνων».

Σ’ εκείνη την ηλικία, η ομορφιά της μουσικής ενώνεται ωστόσο με μεγάλες οικονομικές δυσκολίες. Στο σπίτι δεν υπάρχουν ανέσεις, κι ούτε υπάρχουν πράγματα που γι’ άλλα παιδιά αποτελούν δεδομένα. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, και με την προοπτική ενός καλύτερου αύριο, η οικογένεια παίρνει την απόφαση να εγκαταλείψει το Αγρίνιο και να φύγει για την Αθήνα. Ο Θανάσης Βασιλόπουλος είναι τότε οχτώ χρονών, αλλά αντί για σχολείο, μόλις φτάνει στην καινούργια πόλη, θα βρει στο μεροκάματο του δρόμου. Στα πρώιμα εκείνα χρόνια, που αλωνίζει στις γειτονιές παίζοντας μουσική, το κλαρίνο, αντιπροσωπεύει ήδη γι’ αυτό το παιδί, ένα σπουδαίο σύντροφο – ένα σύμμαχο ζωής.

Β: Είμαι αυτοδίδαχτος μουσικός, δηλαδή παίζοντας έμαθα και να παίζω. Δεν χρειαζόμουν όμως και κάτι παραπάνω. Μελετούσα μόνος μου, κι επίσης είχα και τον πατέρα μου. Όλα όσα χρειαζόμουν, ήταν μπροστά στα μάτια μου, ήταν εκεί. Απ’ τα οχτώ μου χρόνια έχω άλλωστε εντατικές «σπουδές». Η επιβίωση μας ήταν δύσκολη, και μόνος μου σκέφτηκα τότε ότι κάτι θα έπρεπε να κάνω. Πήρα λοιπόν την απόφαση, βρήκα ξανά κάτι φίλους, φτιάχτηκε πάλι μια μπάντα και βγήκαμε στους δρόμους. Αργότερα, με την πάροδο του χρόνου, μ’ έμαθαν ωστόσο και κάποια μαγαζιά κι έτσι ξεκίνησα να δουλεύω κι εκεί. Είχαμε κάπως ορθοποδήσει κι άρα μπορούσα τότε να αρχίσω να πηγαίνω και σχολείο. Δούλευα νύχτα κι ορισμένες φορές πήγαινα στο μάθημα κατ’ ευθείαν μετά τη δουλειά. Φαντάσου, με το κουστουμάκι μου, με το πουκάμισο, με τη γραβάτα.

»Ακούγοντας αυτές τις αναμνήσεις, θα μπορούσε βέβαια κάποιος να υποθέσει πως ήμουνα ένα πολύ δυστυχισμένο παιδί. Αντίθετα όμως, εγώ τον εαυτό μου τον θυμάμαι χαρούμενο. Τα αρνητικά πράγματα εκείνης της περιόδου δεν μπήκανε μέσα μου, ποτέ δεν αισθάνθηκα το βάρος που είχαν εκείνες οι δυσκολίες. Από την άλλη, αισθάνομαι όμως την σοφία και τη δύναμη που μου έδωσαν για να πορευτώ. Δεκατεσσάρων χρονών ένιωθα ήδη ενήλικας και είχα επίγνωση της ταυτότητας μου. Ήξερα πως ήμουν μουσικός, κι επιπλέον ήμουνα έτοιμος για να χρησιμοποιήσω στο μέγιστο τις δυνατότητες μου. Ο κόσμος είχε αρχίσει πια να με μαθαίνει και με καλούσανε συνέχεια κάπου για να παίζω. Με είχαν μάθει επίσης κι οι άλλοι μουσικοί, είχε ακουστεί ότι είμαι καλός και με ήθελαν μαζί τους. Θυμάμαι την ημέρα που συναντήθηκα τυχαία στο δρόμο με τον Παναγιώτη Σκουρλέτη, έναν θρύλο της ρεμπέτικης μουσικής. «Θανασάκο που έχεις το κλαρίνο;» με ρωτάει. Έτρεξα σπίτι να το φέρω κι επιτόπου με πήρε μαζί για να πάμε να γράψουμε στο στούντιο. Δεν θα το ξεχάσω αυτό το περιστατικό, μου έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση .

Από τότε μέχρι και σήμερα, στα χρόνια που μεσολαβούν, αυτό το ταλαντούχο παιδί θα εξελιχτεί σ’ έναν από τους πιο περιζήτητους μουσικούς του χώρου. Πλέον, οι συνεργασίες του είναι πολυάριθμες και συμπεριλαμβάνουν σχεδόν όλους τους μεγάλους ερμηνευτές της σύγχρονης μουσικής σκηνής όπως, για παράδειγμα, τη Χαρούλα Αλεξίου, την Ελένη Βιτάλη, τον Δημήτρη Μητροπάνο, τη Μαρινέλλα, τον Γιώργο Νταλάρα, τον Αντώνη Ρέμο, τον Γιάννη Πάριο.

Β: Το να συνοδεύεις έναν τραγουδιστή απαιτεί τέχνη, απαιτεί ισορροπία. Ως μουσικός, οφείλεις να διαφυλάξεις πως το τραγούδι δεν θα χάσει το χρώμα του και την ίδια στιγμή θα πρέπει να βάλεις κι εσύ λίγο απ’ την ψυχή σου μέσα. Όσα έχεις να πεις, θα πρέπει όμως να τα πεις με δυο νότες. Δίπλα σε μια φωνή, η φλυαρία χαλάει όλο το αποτέλεσμα, χάνεις τη σύνδεση σου με τον τραγουδιστή, αλλά και με την αίσθηση του κομματιού. Δεν είναι απλό. Ο μουσικός πρέπει να μελετήσει, να δοκιμάσει, να σκεφτεί το πως θα αποδώσει αφαιρετικά όλο το συναίσθημα.

 width=

Πέρα από τη σημαντική παρουσία του δίπλα σε μεγάλα ονόματα του τραγουδιού, ο Θανάσης Βασιλόπουλος έχει όμως να επιδείξει κι άλλες σημαντικές συνεργασίες. Ανάμεσα στις κορυφαίες συγκαταλέγεται κι αυτή με τον συνθέτη Βαγγέλη Παπαθανασίου, στα πλαίσια του δίσκου Atractos που θα κυκλοφορήσει το 2012. Είναι επίσης ο μοναδικός έλληνας καλλιτέχνης που θα συμμετάσχει σε album του Joe Bonamassa και θα εμφανιστεί μαζί του σε συναυλία, στο Jazz Festival του Montreux της Ελβετίας. Ξεχωριστή στιγμή, είναι όμως και η συνεργασία του με τον Λιβανέζο συνθέτη Guy Manoukian. Και σ’ αυτή την περίπτωση, θα είναι ο μοναδικός έλληνας καλλιτέχνης που, με τη συμμετοχή του στην παράσταση “Νομά της μουσικής”, εμφανίζεται στην όπερα του Dubai.

Β: Θαύμασα ανθρώπους και συνεργάστηκα μαζί τους ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Κι είναι για εμένα μεγάλη τιμή πως κι εκείνοι επίσης με επέλεξαν για να συνεργαστώ μαζί τους. Επιπλέον, όταν ήρθα σε επαφή με κάποιους μουσικούς που είχαν διαφορετικές καταβολές, όπως για παράδειγμα συνέβη στην περίπτωση της συνεργασίας μου με τον Joe Bonamassa, ανακάλυψα κι εγώ εντελώς καινούργια πράγματα. Οι δυτικοί μουσικοί έχουν μεγαλύτερη ελευθερία σε σχέση με τους ανατολίτες. Το ό,τι συνεργάστηκα κι αυτοσχεδίασα μαζί με δυτικούς καλλιτέχνες μου έδωσε κι εμένα μια διαφορετική ελευθερία σε σχέση με το όργανο. Με απελευθέρωσε.

Το 2017, ο Θανάσης Βασιλόπουλος περνάει σε μια σύζευξη του ανατολίτικου, παραδοσιακού ήχου με την ηλεκτρονική μουσική και την deep house. Με κεντρικό όργανο το κλαρίνο, και ζωντανή συμμετοχή κι άλλων παραδοσιακών οργάνων, όπως λαούτο, λύρα, βιολί και κανονάκι, αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση, παρουσιάζοντας μια προσωπική δουλειά στο νησί της Μυκόνου. Η ethnic ορχηστρική μουσική ενωμένη με το beat του σύγχρονου ήχου, περνάει ακαριαία στα best off νησιού και ξεσηκώνει το κοινό που, στην κυριολεξία, κατακλύζει με την παρουσία του όλα τα live. Εξαιτίας της μεγάλης επιτυχίας, η συγκεκριμένη μουσική παράσταση συνεχίζει να κάνει τον κύκλο της μέχρι και σήμερα.

Β: Στην Ελλάδα δεν έχουμε ανεπτυγμένη την κουλτούρα του instrumental live. Στο εξωτερικό ο κόσμος είναι εξοικειωμένος μ’ αυτό το είδος αλλά εδώ δεν το έχουμε συνηθίσει, το κοινό είναι ακόμη άγουρο. Ωστόσο, βλέπεις ότι ο κόσμος ανταποκρίνεται αμέσως μόλις υπάρξει μια ποιοτική πρόταση. Επιπλέον, εγώ αγαπώ αυτό το είδος, και γι’ αυτό και πηγαίνω προς αυτή την κατεύθυνση. Κάθε φορά θέλω επίσης να κάνω κι άλλα πράγματα, διαφορετικά, που ανεβάζουν τον πήχη. Θέλω να δημιουργώ ενδιαφέροντα concept, και να προχωράω κι εγώ ο ίδιος μέσα απ’ τη μουσική. Μου είναι απαραίτητο. Αναγκαίο. Κατάγομαι από μια οικογένεια μουσικών, μεγάλωσα μέσα στη μουσική, όλο αυτό που κάνω είναι η ψυχή μου, είναι οι ρίζες μου.

Έχοντας πράγματι ζήσει μια ζωή μες στη μουσική, ο Θανάσης Βασιλόπουλος ίσως αποτελεί και μια μοναδική περίπτωση καλλιτέχνη που έχει παίξει σε τόσους πολλούς και διαφορετικούς χώρους. Έχει παίξει σε δρόμους, σε καφενεία, σε πανηγύρια και γιορτές, σε νυχτερινά μαγαζιά και μεγάλες πίστες, σε συναυλιακά stage, σε θέατρα όπως το Ηρώδειο και το Μέγαρο Μουσικής, σε Όπερες αλλά και Ναούς. Επιπλέον, έχει παίξει σε πάνω από 30 διαφορετικές πόλεις του κόσμου, μαζί με μουσικούς όλου του κόσμου.

Β: Σε όλες τις δουλειές μου, η βάση μου είναι η παράδοση όμως αυτό δεν αφορά μόνο τη μουσική του τόπου αλλά και την παραδοσιακή μουσική όλου του κόσμου. Θεωρώ πως μέσα απ’ αυτή τη μουσική ανακαλύπτεις την κουλτούρα του κάθε ανθρώπου αλλά και τον χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου. Ως μουσικός νιώθω ότι ανήκω σε μια μεγάλη οικουμενική μουσική οικογένεια. Κι επίσης νιώθω τυχερός, πολύ τυχερός, γιατί στη ζωή μου, εξαιτίας της μουσικής, γνώρισα υπέροχους ανθρώπους κι υπέροχους φίλους. Εισπράττω αγάπη και απ’ τους συναδέλφους μου κι εισπράττω αγάπη, πολλή αγάπη και απ’ τον κόσμο. Υπάρχει μεγάλη ζεστασιά. Κι όταν παίζω και βλέπω τον κόσμο να συγκινείται νιώθω κι εγώ κάτι πολύ δυνατό. Είναι μαγικό, απερίγραπτο αυτό που αισθάνομαι.

»Η ζεστασιά είναι ωστόσο κι ένα στοιχείο του ίδιου του οργάνου. Το κλαρίνο είναι ένα όργανο πολύ ζεστό. Κι έχει επίσης αλήθεια, υπάρχει κάτι γνήσιο στο κλαρίνο – είναι ένας ήχος που έρχεται από τα βάθη. Προσωπικά, δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς αυτό το όργανο. Είμαι πλασμένος γι’ αυτό. Όμως θα σου πω κάτι. Το να παίζεις άρτια, το να είσαι δεξιοτέχνης εμένα δεν μου λέει τίποτα. Το να είσαι δεξιοτέχνης είναι βασικά το πιο απλό πράγμα στον κόσμο. Στην πραγματικότητα το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να καθίσεις και να εξασκηθείς. Η δύναμη όμως ενός μουσικού δεν βρίσκεται εκεί, η δύναμη ενός μουσικού βρίσκεται στο κατά πόσο μπορεί να εκφραστεί μέσα από το όργανο. Κι αυτό είναι δύσκολο, αυτό δεν τον έχουν πολλοί, αυτό το έχουνε λίγοι. Θέλει ψυχή για να βγει το συναίσθημα. Θέλει να βάζεις την ψυχή σου μέσα για να βγει η μουσική που θα ζεστάνει κι άλλες ψυχές.

Β.Π.: Κύριε Βασιλόπουλε, οι Ρομά ή αλλιώς τσιγγάνοι έχουν μια μεγάλη ιστορία και φήμη ως μουσικοί. Εσείς, είστε Έλληνας αλλά έχετε και τσιγγάνικη φλέβα. Θεωρείται πως έχετε κι αυτό που λέμε «τσιγγάνικη καρδιά»;

Β: Έχεις πάει σε τσιγγάνικο γλέντι; Σε καλό τσιγγάνικο γλέντι; Έχεις χορέψει, έχεις νιώσει την ενέργεια; Απ’ αυτή την άποψη, ναι, είμαι ολόκληρος μια τσιγγάνικη καρδιά. Ωστόσο, εγώ δεν πιστεύω στη φυλή ή το χρώμα των ανθρώπων. Εγώ πιστεύω στα μάτια των ανθρώπων.

Β.Π: Λίγο πριν μου μιλούσατε για έναν ακροατή σας που ακούγοντας ένα σόλο από το κλαρίνο σας στο Ηρώδειο είχε δακρύσει. Έχετε ζήσει πολλές τέτοιες στιγμές; Που τα μάτια τον ανθρώπων αλλάζουν και αποκτούν διαφορετική έκφραση ακούγοντας το κλαρίνο σας;

 Β: Ναι, έχω ζήσει. Κι είναι σπουδαίο όταν συμβαίνει, έχει κάτι μαγικό αυτή η στιγμή…

Β.Π.: Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω πολύ για το χρόνο σας. 

Β: Εγώ ευχαριστώ.