Skip to main content

Την δεκαετία του 1980, ο Ντιέγκο Μαραντόνα, θρύλος του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, ήταν ένα σύμβολο στη μητρόπολη της νότιας Ιταλίας. Ο Αργεντινός παγκόσμιος υπερπαίκτης, έπαιξε στη Νάπολι σε μία περίοδο κατά την οποία οι εντάσεις Βορρά-Νότου στην Ιταλία έφθασαν στην αιχμή τους εξαιτίας ποικίλων ζητημάτων, ιδίως των οικονομικών διαφορών μεταξύ των δύο. Ο Μαραντόνα ενσωμάτωνε τέλεια αυτό το πνεύμα, δεδομένης της ταπεινής καταγωγής του και της αρχικής χαμηλής κοινωνικής του κατάστασης: τα πολλαπλά κέρδη από το άθλημα δεν τον έκαναν να χάσει τους τρόπους έκφρασης και το λεξιλόγιο των λιγότερο πλούσιων τμημάτων του πληθυσμού, ακόμα και του περιθωρίου.

Παράλληλα με την άφιξη του Μαραντόνα στην Νάπολη και εν συνεχεία ο κινηματογράφος, έσωσαν κυριολεκτικά την ζωή του Πάολο Σορεντίνο. Πρόκειται για μία αληθινή ιστορία, που παρουσιάζεται στην βιογραφική ταινία, «The Hand of God».

Σε αυτήν την αυτοβιογραφική ταινία, («διαγωνίσθηκε» στο φεστιβάλ της Βενετίας) ο διάσημος Ιταλός σκηνοθέτης και σεναριογράφος, αφηγείται την παιδική ηλικία ενός νεαρού Ναπολιτάνου, που στιγματίστηκε από τον τυχαίο θάνατο των γονιών του, θύματα δηλητηρίασης από μονοξείδιο του άνθρακα. Ο Σορεντίνο δεν είχε την ίδια τύχη με τους γονείς του και δεν πέθανε μαζί τους στο εξοχικό της οικογένειας, επειδή το βράδυ της τραγωδίας είχε λάβει, στα 16 του και για πρώτη φορά, την άδεια να μείνει στην Νάπολη για ένα αγώνα στον οποίο έπαιζε το είδωλό του: ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα!

Ο Σορεντίνο, εξελίχθηκε σε έναν από τους κορυφαίους Ιταλούς σκηνοθέτες της γενιάς του, με ταινίες όπως το «La Grande Bellezza» ή η σειρά «Ο νεαρός Πάπας», αλλά τον ακολουθούσε ο εφιάλτης του χαμού των γονιών του. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατο των γονιών του, ήταν πιο δύσκολα, αφού στο μυαλό του ήταν βαθιά χαραγμένο το ότι, δεν του δόθηκε άδεια να δει τις σορούς τους, στο νοσοκομείο(υπάρχει σχετική σκηνή και στην ταινία).

 width=

Ο «Ντιεγκίτο», ήταν πολλά περισσότερα, από ποδοσφαιρικό ίνδαλμα.  «Ο Μαραντόνα δεν ήταν απλώς ένας ποδοσφαιριστής. Μπόρεσε να ξεπεράσει την πραγματικότητα και ήταν η πρώτη μου ευκαιρία να αντιμετωπίσω τον εαυτό μου με την τέχνη», είπε ο 51χρονος Πάολο Σορεντίνο, μιλώντας στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων.

Μία από τις φτωχότερες περιοχές της χώρας, είχε μόλις υπογράψει τον πιο ακριβό παίκτη στον κόσμο. Όπως το έθεσε μια τοπική εφημερίδα εκείνη την εποχή, «η πόλη δεν είχε δήμαρχο, σπίτια, σχολεία, δουλειά, λεωφορεία, και αποχέτευση, αλλά κανένα από αυτά δεν έχει σημασία επειδή έχουμε το Μαραντόνα». 75.000 Ναπολιτάνοι, κάτοικοι μιας πόλης που πάντα αγαπούσε πολύ το ποδόσφαιρο αλλά ουδέποτε είχε δει μεγάλες χαρές από αυτό και που από τη φύση τους είχαν την προσμονή ενός μεσσία τον υποδέχθηκαν πανηγυρικά στο Σαν Πάολο, το γήπεδο της ομάδας στις 5 Ιουλίου 1984. «Θέλω να γίνω το είδωλο των φτωχών παιδιών της Νάπολης, επειδή αυτοί είναι όπως ήμουν εγώ στο Μπουένος Άιρες», δήλωσε στην επίσημη παρουσίασή του. 

Πολλά χρόνια αργότερα, ο Πάολο Σορεντίνο πραγματοποίησε την ταινία “The Hand of God”. Το ρόλο του πατέρα του, υποδύεται ο αγαπημένος του ηθοποιός, Τόνι Σερβίλο, ενώ τον “ίδιο”, υποδύεται ένας νεαρός ηθοποιός, ο Φίλιπο Σκότι.

Η ταινία εξελίσσεται με ένα νεαρό αγόρι, να μεγαλώνει σε μια μεσοαστική οικογένεια, μια μεγάλη “διαφορετικής κουλτούρας” φυλή, που βρίθει φαντασίας και χιούμορ. Οι χαρακτήρες της ταινίας είναι ξεχωριστοί και μοναδικοί, όπως η αδελφή του, η οποία δεν “ξεκολλάει” ποτέ από το μπάνιο και ονομάζεται «La Baronne», φροντίζοντας για την σεξουαλική της μύηση ή η μητέρα του, που δεν διστάζει να κάνει μερικές φορές σκληρές φάρσες για να παγιδεύσει τους κοντινούς της ανθρώπους, όπως όταν κάνει τους πάντες να πιστεύουν ότι η γειτόνισσα της έχει πάρει πρωταγωνιστικό ρόλο σε ταινία.

Από αυτή την οικογένεια, «έμαθα ότι το να είσαι σε σύγκρουση είναι πολύ πιο διασκεδαστικό από το να είσαι σε ειρήνη με τους άλλους», είπε ο διάσημος σκηνοθέτης.

Η ταινία του είναι επίσης η δήλωση αγάπης ενός Ναπολιτάνου για την γενέτειρά του, μεγεθυμένη στην οθόνη: «Η Νάπολη, την δεκαετία του 1980, ήταν σαν να πηγαίνω σαφάρι, με τα πόδια, χωρίς να μπορώ να βρω καταφύγιο σε ένα τζιπ. Ήταν ταυτόχρονα αστείο, πολύ βίαιο και πολύ επικίνδυνο, σαν ζούγκλα. Εκεί μπορείς να συναντήσεις ένα λιοντάρι, αλλά και όμορφα πουλιά».

Σχετικά με την απόφαση του να κάνει ταινία την ιστορία του, ο Σορεντίνο, επισημαίνει: «Υπάρχει μέλλον για όλους, ανεξάρτητα από το πόσο πόνο ή βάσανα έχετε υπομείνει στη ζωή. Ελπίζω οι νέοι να καταλάβουν αυτό το μήνυμα, γιατί ανησυχούν πολύ περισσότερο για το μέλλον τους από εμάς».